Οι μύθοι της οικογένειας Αλταμούρα
Ο Ιωάννης Αλταμούρας.
Η ζωή του Ιωάννη Αλταμούρα συμπυκνώνει όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν μια αφήγηση ξεχωριστή. Αλλά και ολόκληρη η ιστορία της οικογένειας Αλταμούρα, με κεντρικό πρόσωπο τη Σπετσιώτισσα μητέρα του ζωγράφου Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα – ηρωίδα του γνωστού μυθιστορήματος «Ελένη ή ο Κανένας», είναι συναρπαστική.
Ο Ιωάννης Αλταμούρας, που πέθανε στα 26 του χρόνια, ήταν ένας σπουδαίος αναγνωρισμένος και ακριβοπληρωμένος ζωγράφος. Αν ζούσε θα εξελισσόταν ίσως στον πρώτο μεγάλο Έλληνα ιμπρεσιονιστή. Αυτό προδίδει η πρώτη μεγάλη αναδρομική του έκθεση (στο Μουσείο Μπενάκη από τις 31 Μαρτίου), όπου θα παρουσιαστούν έργα τα οποία για πρώτη φορά βγαίνουν από το σπίτι των απογόνων της οικογένειας. Πλάι στα έργα του νεαρού ζωγράφου παρουσιάζονται πίνακες της μητέρας του – της πρώτης επώνυμης Ελληνίδας ζωγράφου -, του Ιταλού πατέρα του Φραντσέσκο Σαβέριο Αλταμούρα, και του αδελφού του Αλέξανδρου. Εμπλουτίζεται με ντοκουμέντα, σημειώσεις, έγγραφα, αντικείμενα, προβολές.
Σύμφωνα με τον θρύλο, το 1855, η Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα επιστρέφει από την Ιταλία απογοητευμένη και πικραμένη, εγκαταλελειμμένη από τον άνδρα της και μητέρα τριών παιδιών: του Ιωάννη, της Σοφίας και του Αλέξανδρου. Έχοντας ανάγκη να εργαστεί, δίδαξε ζωγραφική στη βασίλισσα Όλγα. Έτσι, ο Ιωάννης μπαίνει στη βασιλική αυλή, όπου και παίρνει την πρώτη του παραγγελία από τον βασιλιά Γεώργιο Α΄. Ο τελευταίος διέκρινε το ταλέντο του νεαρού ζωγράφου και του έδωσε υποτροφία στη Βασιλική Ακαδημία της Κοπεγχάγης. Επιστρέφοντας από τη Δανία το 1876, ο επιτυχημένος τότε ζωγράφος δώρισε στον βασιλιά δύο έργα του. Η Ελένη Κυπραίου εντόπισε στη Δανία τις φωτογραφίες των έργων αυτών, τα οποία ανήκουν στη Συλλογή Τατοΐου. Ύστερα από αίτησή της δεν αποκλείεται να τα δούμε στην έκθεση, όπως και δύο έργα του Δανού δασκάλου του καλλιτέχνη, Καρλ Φρέντερικ Σόρενσεν.
Η συγκέντρωση των έργων είναι ίσως το ίδιο μυθιστορηματική όσο και η ζωή των Αλταμούρα. Τα έργα της έκθεσης «Ιωάννης Αλταμούρας. Η ζωή και το έργο του» είναι κατά το 90% σχεδόν άγνωστα. Τα περισσότερα από τα διακόσια περίπου έργα, μικρά και μεγάλα, λάδια, σχέδια και ακουαρέλες, που θα παρουσιαστούν, βγαίνουν για πρώτη φορά στο φως χάρη στους απογόνους: δύο μικρανιψιές της Ελένης Μπούκουρα-Αλταμούρα, κόρες του γιατρού, καθηγητή και συλλέκτη Θόδωρου Δημητριάδη, ο οποίος άφησε ρητή εντολή να μην πουλήσουν ποτέ έργα, έστω κι αν φτωχύνουν. Άλλα εντοπίστηκαν από την Ελένη Κυπραίου μέσω αγγελιών σε εφημερίδες. Έτσι βρέθηκε ένα άγνωστο έργο, το «Ψαράς στο Μπόνχαλμ», στη βόρεια Δανία, όπου, στο πανέμορφο ψαροχώρι Σκάγκεν, ο ζωγράφος συμμετείχε σε μια ομάδα Δανών προ-ιμπρεσιονιστών και ιμπρεσιονιστών καλλιτεχνών.
Η φύση και η θάλασσα ήταν το πάθος και η έμπνευσή του. Ο Αλταμούρας ζωγράφισε τη θάλασσα σε όλο της το μεγαλείο, ξεφεύγοντας όμως από την ακαδημαϊκή διδασκαλία. Η έρευνα στη Δανία αποκάλυψε ότι ζωγράφισε και προσωπογραφίες - μία αυτοπροσωπογραφία του χάρισε στο Μουσείο Σκάγκεν. Σε σύγκριση με τον Βολανάκη, «ο οποίος κτίζει τα καράβια, ο Αλταμούρας, λέει η Κυπραίου, βάζει τα καράβια να στέκονται, σαν να πετάνε, χαμηλώνοντας τον ορίζοντα». Στη Δανία, ο Αλταμούρας συνδύασε το ελληνικό φως με τις ιδιαιτερότητες της βόρειας θάλασσας. Αναγνωρίστηκε και επιβεβαιώθηκε. Συγχρόνως υπήρξε ωραίος, με επιτυχίες ως άνδρας.
Μεγάλη έκπληξη της έκθεσης είναι επίσης τα έργα της Ελένης Αλταμούρα. Ο αστικός μύθος ήθελε μέχρι πρόσφατα την Ελένη να τρελαίνεται συντετριμμένη από τον θάνατο των δύο παιδιών της, Ιωάννη (το 1878) και Σοφίας (το 1974), και να καίει όλα τα έργα της. Σύμφωνα με την κυρία Κυπραίου, κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί. «Ζούσε πουλώντας έργα, είτε δικά της είτε του Ιωάννη. Κατά τη γνώμη μου τα έργα κάηκαν μετά τον θάνατό της, το 1900, όταν μπήκαν συγγενείς και έκαψαν πράγματα, μαζί και έργα, καθαρίζοντας το σπίτι των Σπετσών».
Ένα από αυτά πάντως, η «Απελπισία», εκτίθεται στο Μπενάκη, μαζί με άλλα (συνολικά 7 λάδια και 6 σχέδια από το λεύκωμα με τις σπουδές της πάνω σε έργα Τιτσιάνο κ.ά.). Σε μια αυτοπροσωπογραφία της, που έστειλε στη μητέρα της από τη Φλωρεντία όπου σπούδαζε Καλές Τέχνες, είναι ντυμένη με στολή μοναχού, έχει κουρεμένα ανδρικά μαλλιά – ντυνόταν ανδρικά καθώς δεν επιτρεπόταν σε γυναίκες να σπουδάζουν - και φορά βέρα.
Αυτό που πιστοποιείται πάντως για την «τρέλα» της Ελένης είναι η ενασχόλησή της με ξόρκια και μαγγανείες. Κάποια σημειωματάρια με μαγγανείες της, με ωραία γράμματα και κολλημένα χαρτάκια με σχόλια και ποιήματα, θα παρουσιαστούν στην έκθεση.
Πηγή: Έθνος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου