ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 26-5-1920 ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Η PEGGY LΕΕ
ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΤΙΤΛΟ
Η Peggy Lee ήταν μία από τις πιο πετυχημένες τραγουδίστριες του περασμένου αιώνα και με την παρουσία της από τη δεκαετία του '40 συνέβαλε στην καθιέρωση των δίσκων μακράς διαρκείας, ηχογραφώντας συνήθως συνθέσεις μεγάλων δημιουργών της εποχής και ακολουθώντας μία καλλιτεχνική πορεία αντίστοιχη, σε πολλά σημεία με αυτήν του Frank Sinatra.
Γεννήθηκε το 1920 στη Βόρεια Ντακότα και ήταν η τελευταία από τα 7 παιδιά που απέκτησαν οι γονείς της. Σε ηλικία 5 ετών χάνει τη μητέρα της. Ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε, αλλά η μητριά της δεν είχε και την καλύτερη συμπεριφορά για την ίδια και τα αδέλφια της, ενώ η κατάσταση χειροτέρεψε, αφού ο πατέρας της έγινε αλκοολικός.
Η νεαρή Peggy θα βρει καταφύγιο στο πιάνο της και παίζοντας σ' αυτό θα περνάει όλες σχεδόν τις ελεύθερες ώρες της, ακούγοντας παράλληλα στο ραδιόφωνο τις ορχήστρες των Count Basie και Benny Goodman. Από την ορχήστρα του τελευταίου ξεχώριζε την τραγουδίστρια Maxine Sullivan.
Στα 14 της κάνει την πρώτη της εμφάνιση τραγουδώντας επιτυχίες της εποχής, όπως το Moonglow, με την ορχήστρα του Doc Haines σε τοπικά κλαμπ στην πόλη Valley της Βόρειας Ντακότα. Σύντομα θα έχει το δικό της ραδιοφωνικό σόου, με αμοιβή 5 δολ. συν φαγητό για κάθε της εμφάνιση.
Με το που τελείωσε το Γυμνάσιο άρχισε να συνοδεύει διάφορα συγκροτήματα και ο Bill Sawyer, παίκτης του μπέιζμπολ, θα εντυπωσιαστεί ακούγοντας τη φωνή της στο ραδιόφωνο και θα την αναζητήσει στον σταθμό, προτείνοντάς της στη συνέχεια να τη βοηθήσει να κάνει καριέρα.
Ο παραγωγός ραδιοφωνικών προγραμμάτων Ken Kennedy ήταν αυτός που την προσέλαβε και της συνέστησε να αλλάξει το όνομά της. Λίγους μήνες αργότερα, η Peggy, πια, θα πάει στο Λος Αντζελες για να δοκιμάσει την τύχη της, αλλά θα επιστρέψει στην Ντακότα, αφού δεν κατάφερε κάτι το ιδιαίτερο.
Υστερα από διάφορες αναζητήσεις και συμμετοχές σε μικρές ορχήστρες θα εντυπωσιάσει τον πιανίστα τού Benny Goodman, Mel Powell, ο οποίος θα παρακολουθήσει μία εμφάνισή της σε ξενοδοχείο στο Σικάγο και θα της προτείνει να πάρει τη θέση τής Helen Forrest ως τραγουδίστρια στη δημοφιλή μπάντα του Benny Goodman. Η Helen εγκατέλειψε τον Goodman για να πάει ως τραγουδίστρια του Artie Shaw. Η μεγάλη επιτυχία της με τον Benny Goodman ήταν το Why Don't You Do It Wright?, που το παρουσιάζει στην ταινία του 1943 Stage Door Canteen κάνοντας την πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο. Στη συνέχεια παντρεύεται τον κιθαρίστα Dave Barbour, που ήταν μέλος της μπάντας, και δύο χρόνια μετά αποχωρεί από την ορχήστρα του Benny Goodman και αρχίζει να γράφει με τον σύζυγό της τραγούδια, όπως τα Manana και It's Α Good Day. Ο σύζυγός της όμως ήταν κι' αυτός αλκοολικός και σύντομα ο γάμος τους διαλύθηκε.
Από το 1944, που θ' αρχίσει η προσωπική της καριέρα, μέχρι το 1972 καταφέρνει να έχει τουλάχιστον από ένα πετυχημένο τραγούδι της στους καταλόγους επιτυχιών, συμπληρώνοντας έτσι τέσσερις διαφορετικές δεκαετίες, κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο στον μουσικό χώρο.
Το 1952 προτείνει στην εταιρεία της Capitol να ηχογραφήσει στον ρυθμό του μάμπο τη σύνθεση των Rodgers και Hart Lover, αλλά η εταιρεία το ηχογραφεί με το ντουέτο Les Paul and Mary Ford, γεγονός που οδηγεί τη Lee να διακόψει το συμβόλαιό της και να πάει στην εταιρεία Decca (MCA).
Αρκετοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι τα πέντε χρόνια που ηχογράφησε για την Decca ήταν και τα καλύτερα στην καριέρα της. Στο διάστημα αυτό συμμετείχε στην ταινία Pete Kelly's Blues παίζοντας τον ρόλο της Rose δίπλα στον Jack Webb και την Janet Leigh, κερδίζοντας υποψηφιότητα για το Οσκαρ β' γυναικείου ρόλου, έγραψε τραγούδια και δάνεισε τη φωνή της σε τέσσερις χαρακτήρες στην ταινία του Disney Lady and The Tramp, συνέθεσε μαζί με τον Victor Young και τραγούδησε το βασικό θέμα της ταινίας Western του Nicholas Ray, με πρωταγωνιστές τους Sterling Hayden, Joan Crawford, Johnny Guitar, και πάνω απ' όλα κυκλοφόρησε το άλμπουμ Black Coffee, που ήταν μία νέα κίνηση στον χώρο της τζαζ και από τα πρώτα ενιαία σε θεματολογία άλμπουμ (Concept) στην ιστορία της μουσικής.
Το 1958 με την επιστροφή της στην Capitol θα ηχογραφήσει τη δικιά της διασκευή στο Fever και θα κερδίσει δύο υποψηφιότητες για τα βραβεία Γκράμι, ενώ θα έχει στο ενεργητικό της και άλλη μία κλασική ερμηνεία, μια και το Fever θα γίνει ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της και σήμα κατατεθέν για την καλλιτεχνική πορεία της.
Στη δεκαετία του '60 θα συνεχίσει να κάνει εμφανίσεις και το 1969 θα κυκλοφορήσει άλλο ένα κλασικό τραγούδι με τον τίτλο Is That All There Is?, που, ύστερα από 12 συνολικά υποψηφιότητες, αυτή τη φορά θα της χαρίσει και το Γκράμι της καλύτερης γυναικείας ερμηνείας.
Το 1974 θα γνωρίσει ουσιαστικά την τελευταία σχετική επιτυχία της με το Let's Love, που θα γράψει γι' αυτήν ο θαυμαστής της Paul McCartney.
Ανάμεσα στους συνθέτες με τους οποίους συνεργάστηκε γράφοντας μαζί τους τραγούδια μέχρι τον θάνατό της, το 2002, ήταν ονόματα όπως οι Sonny Burke, Victor Young, Francis Lai και ο Duke Ellington.
ΠΗΓΗ: Enet.gr
Η Peggy Lee ήταν μία από τις πιο πετυχημένες τραγουδίστριες του περασμένου αιώνα και με την παρουσία της από τη δεκαετία του '40 συνέβαλε στην καθιέρωση των δίσκων μακράς διαρκείας, ηχογραφώντας συνήθως συνθέσεις μεγάλων δημιουργών της εποχής και ακολουθώντας μία καλλιτεχνική πορεία αντίστοιχη, σε πολλά σημεία με αυτήν του Frank Sinatra.
Γεννήθηκε το 1920 στη Βόρεια Ντακότα και ήταν η τελευταία από τα 7 παιδιά που απέκτησαν οι γονείς της. Σε ηλικία 5 ετών χάνει τη μητέρα της. Ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε, αλλά η μητριά της δεν είχε και την καλύτερη συμπεριφορά για την ίδια και τα αδέλφια της, ενώ η κατάσταση χειροτέρεψε, αφού ο πατέρας της έγινε αλκοολικός.
Η νεαρή Peggy θα βρει καταφύγιο στο πιάνο της και παίζοντας σ' αυτό θα περνάει όλες σχεδόν τις ελεύθερες ώρες της, ακούγοντας παράλληλα στο ραδιόφωνο τις ορχήστρες των Count Basie και Benny Goodman. Από την ορχήστρα του τελευταίου ξεχώριζε την τραγουδίστρια Maxine Sullivan.
Στα 14 της κάνει την πρώτη της εμφάνιση τραγουδώντας επιτυχίες της εποχής, όπως το Moonglow, με την ορχήστρα του Doc Haines σε τοπικά κλαμπ στην πόλη Valley της Βόρειας Ντακότα. Σύντομα θα έχει το δικό της ραδιοφωνικό σόου, με αμοιβή 5 δολ. συν φαγητό για κάθε της εμφάνιση.
Με το που τελείωσε το Γυμνάσιο άρχισε να συνοδεύει διάφορα συγκροτήματα και ο Bill Sawyer, παίκτης του μπέιζμπολ, θα εντυπωσιαστεί ακούγοντας τη φωνή της στο ραδιόφωνο και θα την αναζητήσει στον σταθμό, προτείνοντάς της στη συνέχεια να τη βοηθήσει να κάνει καριέρα.
Ο παραγωγός ραδιοφωνικών προγραμμάτων Ken Kennedy ήταν αυτός που την προσέλαβε και της συνέστησε να αλλάξει το όνομά της. Λίγους μήνες αργότερα, η Peggy, πια, θα πάει στο Λος Αντζελες για να δοκιμάσει την τύχη της, αλλά θα επιστρέψει στην Ντακότα, αφού δεν κατάφερε κάτι το ιδιαίτερο.
Υστερα από διάφορες αναζητήσεις και συμμετοχές σε μικρές ορχήστρες θα εντυπωσιάσει τον πιανίστα τού Benny Goodman, Mel Powell, ο οποίος θα παρακολουθήσει μία εμφάνισή της σε ξενοδοχείο στο Σικάγο και θα της προτείνει να πάρει τη θέση τής Helen Forrest ως τραγουδίστρια στη δημοφιλή μπάντα του Benny Goodman. Η Helen εγκατέλειψε τον Goodman για να πάει ως τραγουδίστρια του Artie Shaw. Η μεγάλη επιτυχία της με τον Benny Goodman ήταν το Why Don't You Do It Wright?, που το παρουσιάζει στην ταινία του 1943 Stage Door Canteen κάνοντας την πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο. Στη συνέχεια παντρεύεται τον κιθαρίστα Dave Barbour, που ήταν μέλος της μπάντας, και δύο χρόνια μετά αποχωρεί από την ορχήστρα του Benny Goodman και αρχίζει να γράφει με τον σύζυγό της τραγούδια, όπως τα Manana και It's Α Good Day. Ο σύζυγός της όμως ήταν κι' αυτός αλκοολικός και σύντομα ο γάμος τους διαλύθηκε.
Από το 1944, που θ' αρχίσει η προσωπική της καριέρα, μέχρι το 1972 καταφέρνει να έχει τουλάχιστον από ένα πετυχημένο τραγούδι της στους καταλόγους επιτυχιών, συμπληρώνοντας έτσι τέσσερις διαφορετικές δεκαετίες, κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο στον μουσικό χώρο.
Το 1952 προτείνει στην εταιρεία της Capitol να ηχογραφήσει στον ρυθμό του μάμπο τη σύνθεση των Rodgers και Hart Lover, αλλά η εταιρεία το ηχογραφεί με το ντουέτο Les Paul and Mary Ford, γεγονός που οδηγεί τη Lee να διακόψει το συμβόλαιό της και να πάει στην εταιρεία Decca (MCA).
Αρκετοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι τα πέντε χρόνια που ηχογράφησε για την Decca ήταν και τα καλύτερα στην καριέρα της. Στο διάστημα αυτό συμμετείχε στην ταινία Pete Kelly's Blues παίζοντας τον ρόλο της Rose δίπλα στον Jack Webb και την Janet Leigh, κερδίζοντας υποψηφιότητα για το Οσκαρ β' γυναικείου ρόλου, έγραψε τραγούδια και δάνεισε τη φωνή της σε τέσσερις χαρακτήρες στην ταινία του Disney Lady and The Tramp, συνέθεσε μαζί με τον Victor Young και τραγούδησε το βασικό θέμα της ταινίας Western του Nicholas Ray, με πρωταγωνιστές τους Sterling Hayden, Joan Crawford, Johnny Guitar, και πάνω απ' όλα κυκλοφόρησε το άλμπουμ Black Coffee, που ήταν μία νέα κίνηση στον χώρο της τζαζ και από τα πρώτα ενιαία σε θεματολογία άλμπουμ (Concept) στην ιστορία της μουσικής.
Το 1958 με την επιστροφή της στην Capitol θα ηχογραφήσει τη δικιά της διασκευή στο Fever και θα κερδίσει δύο υποψηφιότητες για τα βραβεία Γκράμι, ενώ θα έχει στο ενεργητικό της και άλλη μία κλασική ερμηνεία, μια και το Fever θα γίνει ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της και σήμα κατατεθέν για την καλλιτεχνική πορεία της.
Στη δεκαετία του '60 θα συνεχίσει να κάνει εμφανίσεις και το 1969 θα κυκλοφορήσει άλλο ένα κλασικό τραγούδι με τον τίτλο Is That All There Is?, που, ύστερα από 12 συνολικά υποψηφιότητες, αυτή τη φορά θα της χαρίσει και το Γκράμι της καλύτερης γυναικείας ερμηνείας.
Το 1974 θα γνωρίσει ουσιαστικά την τελευταία σχετική επιτυχία της με το Let's Love, που θα γράψει γι' αυτήν ο θαυμαστής της Paul McCartney.
Ανάμεσα στους συνθέτες με τους οποίους συνεργάστηκε γράφοντας μαζί τους τραγούδια μέχρι τον θάνατό της, το 2002, ήταν ονόματα όπως οι Sonny Burke, Victor Young, Francis Lai και ο Duke Ellington.
ΠΗΓΗ: Enet.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου