Δακία: Η περιοχή με κοιτάσματα αργύρου και χρυσού
Από τη σύνταξη
Η Δακία, στην αρχαία γεωγραφία, ήταν μια μεγάλη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης Εκτείνονταν στις περιοχές των Καρπαθίων και τα Τρανσυλαβνίας, στη σημερινή βορειοκεντρική και δυτική Ρουμανία. Οι Δάκες παλιότερα κατείχαν εδάφη νότια του Δούναβη Η πρωτεύουσα της Δακίας ήταν η Ζαρμιζεγεθούσα (Sarmizegetusa).
Οι Δάκες λαός γεωργικός, εκμεταλλεύονταν τα πλούσια μεταλλεία του αργύρου, σιδήρου και χρυσού. Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη αγορά των δούλων της Αθήνας τον 4ο αι. π.Χ. Αργότερα ανέπτυξαν και εμπορικές σχέσεις με τους Έλληνες (εισάγοντας κυρίως κρασί) και χρησιμοποίησαν ελληνικά νομίσματα. Μιλούσαν μια θρακική διάλεκτο και είχαν επηρεαστεί πολιτιστικά τους γείτονες τους Σκυθες και τους Κέλτες.
Οι Δάκοι συγκρούστηκαν με τα ρωμαϊκά στρατεύματα το 112, το 109 και το 75. π.Χ. Περίπου το 60-50 π.Χ. ο βασιλιάς των δακών Βοιρεβίστας ενοποίησε και επέκτεινε το βασίλειο του, το οποίο, όμως, μετά τον θάνατό του διασπάστηκε σε τέσσερα τμήματα.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου (27π.Χ.-14 μ.Χ.) και πάλι το 69 μ.Χ. , οι Δάκοι εισέβαλαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Μοισίας αλλά κατατροπώθηκαν. Οι Δακικοί πόλεμοι που έγιναν (85-89 μ.Χ.) κατά τη εποχή του Δομητιανού οδήγησαν στην αναγνώριση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Δακία.
Οι ρωμαίοι αποκόμισαν τεράστια πλούτοι εκμεταλλευόμενοι τα μεταλλεία, δημιουργώντας για τη μεταφορά των προϊόντων σημαντικές οδικές αρτηρίες.
Το 1059 μ.Χ. σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή στο βιβλίο «Αλεξιάς», οι αρχηγοί των Δακών παραβιάζοντας την συνθήκη ειρήνης που είχαν συνάψει με τους Ρωμαίους, μετανάστευσαν ακολουθούμενοι από τους Μοισούς, από τις περιοχές του Ίστρου, σε εδάφη βυζαντινά, προβαίνοντας σε λεηλασίες. Αιτία της μετανάστευσης, όπως αναφέρει η Κομνηνή, ήταν η άσπονδη έχθρα ενός γειτονικού λαού των Γετών, που δεν έπαυε να τους ληστεύει. Εναντίον των Δακών και των Μοισών, κινήθηκε ο Ισαάκιος αναγκάζοντας τους να τραπούν σε φυγή .
Η Άννα Κομνηνή αναφέρει ότι στις δύο πλευρές του Αίμου εκεί όπου δρούσαν οι Σκύθες κατοικούσαν πολλά και πλούσια γένη : στα βόρεια οι Δάκες και οι Θράκες και στα νοτιότερα πάλι Θράκες και Μακεδόνες. Επίσης αναφέρει την συμμετοχή ενός σημαντικού αριθμού στρατιών Δακών με επικεφαλής τον ονομαζόμενο Σολωμόντα (έκπτωτος βασιλιάς της Ουγγαρίας), στο στράτευμα των Σκυθών, κατά την Άνοιξη του 1087 που λεηλάτησε περιοχές του Βυζαντινού κράτους και συγκρούστηκε με τον βυζαντινό στρατό . Αυτός ο πόλεμος που κράτησε έως το 1090.
Σε μία άλλη πηγή «Στρατηγικόν Κεκαυμένος» σε αναφορά που κάνει στις συνήθειες και την προέλευση των Βλάχων, όχι με επαινετικά λόγια, συναντούμε τη Δακία. Για τη προέλευση των Βλάχων λέει ότι κατάγονται από τη Δακία . Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι Δάκες ήταν ένας λαός που κατοικούσε κοντά στον Δούναβη και στον ποταμό Σάο (Σάβα). Δεν τήρησαν την εμπιστοσύνη που τους έδειχναν οι «παλιοί ρωμαίοι αυτοκράτορες» και βγαίνοντας από τα οχυρά τους λεηλατούσαν τις γύρω περιοχές. Έτσι οι Ρωμαίοι πολέμησαν τους Δάκες και τον αρχηγό τους Δεκάβαλο καθώς και τους Βέσους, το 102 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Τραϊανού και τους αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν σε όλη την Ήπειρο την Μακεδονία ,αλλά και στην Ελλάδα (οι περιοχές ήταν χωρισμένες σε Θέματα, ένα από αυτά ήταν η Ελλάδα, περιοχή Θεσσαλίας, Κεντρική Ελλάδα) όπου εγκαταστάθηκαν οι περισσότεροι.
Το λεξικό Σουίδα, τη Δακία την αναφέρει ως μία χώρα που την «ίδρυσε» ο αυτοκράτορας Τραϊανός.
Από τη Δακία διέρχεται ο ποταμός Δούναβης, και στις κοίτες του ποταμού έχουμε αρχαιολογικά τεκμήρια της ιστορίας της περιοχής:
Στο περιοδικό «Αττικό Μουσείο» του 1890, σε άρθρο για το ποταμό Ίστρο αναφέρεται: ο ποταμός Ίστρος όπως μετονομάστηκε από του Ρωμαίους σε ποταμό Δούναβη, και οποίος ρέει από τις περιοχές τα Γερμανίας της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Σερβίας , της Δακίας και την απέναντι αυτής Βουλγαρίας και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο. Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρει : ρωμαϊκά ερείπια που βρίσκονται εκατέρων των όχθεων του ποταμού, φαίνονται από το ατμόπλοιο που διασχίζει τον ποταμό στη περιοχή Τουρνοσεβερίνον. Τα ερείπια αυτά είναι οι κίονες που στήριζαν την ξύλινη γέφυρα η οποία κατά Δίωνα τον Κάσσιον έγινε κατ εντολή του αυτοκράτορος Τραϊανού στην δεύτερη εκστρατεία κατά του βασιλέως των Δακών Δεκαβάλου. Μέσω αυτής ο Τραϊανός μετέφερε τα στρατεύματα του, όπως ανά φέρεται και στο Λεξικό Σουίδα, αλλά ο Ανδριανός την γκρέμισε φοβηθείς μήπως την χρησιμοποιήσουν οι βάρβαροι εναντίον των ρωμαίων στρατιωτών. Στην περιοχή αυτή αρχαιολόγοι σε ανασκαφές βρήκαν όπλα, θώρακες, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί από τους ρωμαίους στην εκστρατεία τους κατά των Δακών. Επίσης στο Τουρνοσεβερίνον διακρίνεται και ένας πύργος ανεγερθείς το 210 υπό Σεβήρου διοικητή της Μυσίας επί αυτοκράτορος Φιλίππου , εξ ου και το όνομα Τουρνοσεβερίνον, που σημαίνει Σεβήρου Πύργου. Λίγο πιο μετά και πριν από ένα ρυάκι με όνομα Τσέρνα, όπου ορίζει τα σύνορα μεταξύ Δακίας και Ουγγαρίας, βρίσκονται οι περίφημες Σιδερές Πύλες , ονομασία που δόθηκε λόγω της στενότητας που παρουσιάζει εκεί ο ποταμός. Επίσης, λόγω της ύπαρξης πολλών σκοπέλων, που ενέπνεαν τρόμο στους ναύτες, το μέρος ονομάζονταν και η Σκύλα και η Χάρυβδης.
Αν και οι Δάκες δεν άφησαν πίσω τους γραπτά τεκμήρια της ιστορίας τους, ενώ τα ονόματα των αρχηγών τους είναι από καιρό ξεχασμένα, η πρόσφατη ανεύρεση χρυσών βραχιολιών υπενθυμίζει την ύπαρξη αυτού του μυστηριώδους λαού. Επιβεβαιώνει την ενασχόληση των Δακών με την μεταλλουργία και τη δημιουργία περίτεχνων κοσμημάτων. Επίσης, αποδεικνύεται η σημαντικότητα που είχε η περιοχή, λόγω της ύπαρξης πλούσιων κοιτασμάτων αργύρου και χρυσού .
Τα είκοσι τέσσερα χρυσά βραχιόλια, σπειροειδούς σχήματος, με βάρος ενός κιλού το καθένα και ηλικία 2000 ετών, ήρθαν τυχαία στο φως από αρχαιοκαπήλους στην περιοχή Sarmizegetusa Regia της Ρουμανίας
Οι αρχαιοκάπηλοι που έδρασαν στην Sarmizegetusa Regia αποκάλυψαν είκοσι τέσσερα αντικείμενα, δώδεκα από τα οποία έφτασαν τελικά στα χέρια των αρχών και εξετάστηκαν από επιστήμονες. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Διαψεύδοντας τους ισχυρισμούς των αρχαιοκαπήλων ότι είχαν κατασκευάσει οι ίδιοι τα βραχιόλια – προφανώς ένας τρόπος να μειώσουν την ποινή τους – οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι τα αντικείμενα ήταν για αρκετό διάστημα θαμμένα ενώ από συνευρήματα που επίσης κατατέθηκαν, χρονολογούνται μεταξύ 100 και 70 π.Χ. Η ποσότητα και η περιεκτικότητα του χρυσού από το οποίο αποτελούνται αποδεικνύουν ότι δεν είχαν κατασκευαστεί για προσωπική καθημερινή κόσμηση. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Bogdan Constaninescu, τα αντικείμενα μπορεί να ήταν προσφορές προς τον μοναδικό γνωστό δακικό θεό, τον Ζάλμοξι. Ένας άλλος αρχαιολόγος, ο Otis Crandell, που δεν συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα, υποστηρίζει ότι μπορεί να κατασκευάστηκαν και να χρησιμοποιήθηκαν ως αντικείμενα με ανταλλακτική αξία. Ότι και να γινόταν, τα βραχιόλια αποτελούν τη μοναδική ένδειξη για τον πλούτο αλλά και την τεχνογνωσία των Δακών.
Τα αντικείμενα φυλάσσονται τώρα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Βουκουρέστι.
Βιβλιογραφία:
-Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς
-Κεκαυμένος, Στρατηγικόν
-Λεξικό Σουίδα
-National Geographic
-Περιοδικό, Αττικόν Μουσείον, στο www. europeana.eu
γ.ξ.
Η Δακία, στην αρχαία γεωγραφία, ήταν μια μεγάλη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης Εκτείνονταν στις περιοχές των Καρπαθίων και τα Τρανσυλαβνίας, στη σημερινή βορειοκεντρική και δυτική Ρουμανία. Οι Δάκες παλιότερα κατείχαν εδάφη νότια του Δούναβη Η πρωτεύουσα της Δακίας ήταν η Ζαρμιζεγεθούσα (Sarmizegetusa).
Οι Δάκες λαός γεωργικός, εκμεταλλεύονταν τα πλούσια μεταλλεία του αργύρου, σιδήρου και χρυσού. Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη αγορά των δούλων της Αθήνας τον 4ο αι. π.Χ. Αργότερα ανέπτυξαν και εμπορικές σχέσεις με τους Έλληνες (εισάγοντας κυρίως κρασί) και χρησιμοποίησαν ελληνικά νομίσματα. Μιλούσαν μια θρακική διάλεκτο και είχαν επηρεαστεί πολιτιστικά τους γείτονες τους Σκυθες και τους Κέλτες.
Οι Δάκοι συγκρούστηκαν με τα ρωμαϊκά στρατεύματα το 112, το 109 και το 75. π.Χ. Περίπου το 60-50 π.Χ. ο βασιλιάς των δακών Βοιρεβίστας ενοποίησε και επέκτεινε το βασίλειο του, το οποίο, όμως, μετά τον θάνατό του διασπάστηκε σε τέσσερα τμήματα.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου (27π.Χ.-14 μ.Χ.) και πάλι το 69 μ.Χ. , οι Δάκοι εισέβαλαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Μοισίας αλλά κατατροπώθηκαν. Οι Δακικοί πόλεμοι που έγιναν (85-89 μ.Χ.) κατά τη εποχή του Δομητιανού οδήγησαν στην αναγνώριση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Δακία.
Οι ρωμαίοι αποκόμισαν τεράστια πλούτοι εκμεταλλευόμενοι τα μεταλλεία, δημιουργώντας για τη μεταφορά των προϊόντων σημαντικές οδικές αρτηρίες.
Το 1059 μ.Χ. σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή στο βιβλίο «Αλεξιάς», οι αρχηγοί των Δακών παραβιάζοντας την συνθήκη ειρήνης που είχαν συνάψει με τους Ρωμαίους, μετανάστευσαν ακολουθούμενοι από τους Μοισούς, από τις περιοχές του Ίστρου, σε εδάφη βυζαντινά, προβαίνοντας σε λεηλασίες. Αιτία της μετανάστευσης, όπως αναφέρει η Κομνηνή, ήταν η άσπονδη έχθρα ενός γειτονικού λαού των Γετών, που δεν έπαυε να τους ληστεύει. Εναντίον των Δακών και των Μοισών, κινήθηκε ο Ισαάκιος αναγκάζοντας τους να τραπούν σε φυγή .
Η Άννα Κομνηνή αναφέρει ότι στις δύο πλευρές του Αίμου εκεί όπου δρούσαν οι Σκύθες κατοικούσαν πολλά και πλούσια γένη : στα βόρεια οι Δάκες και οι Θράκες και στα νοτιότερα πάλι Θράκες και Μακεδόνες. Επίσης αναφέρει την συμμετοχή ενός σημαντικού αριθμού στρατιών Δακών με επικεφαλής τον ονομαζόμενο Σολωμόντα (έκπτωτος βασιλιάς της Ουγγαρίας), στο στράτευμα των Σκυθών, κατά την Άνοιξη του 1087 που λεηλάτησε περιοχές του Βυζαντινού κράτους και συγκρούστηκε με τον βυζαντινό στρατό . Αυτός ο πόλεμος που κράτησε έως το 1090.
Σε μία άλλη πηγή «Στρατηγικόν Κεκαυμένος» σε αναφορά που κάνει στις συνήθειες και την προέλευση των Βλάχων, όχι με επαινετικά λόγια, συναντούμε τη Δακία. Για τη προέλευση των Βλάχων λέει ότι κατάγονται από τη Δακία . Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι Δάκες ήταν ένας λαός που κατοικούσε κοντά στον Δούναβη και στον ποταμό Σάο (Σάβα). Δεν τήρησαν την εμπιστοσύνη που τους έδειχναν οι «παλιοί ρωμαίοι αυτοκράτορες» και βγαίνοντας από τα οχυρά τους λεηλατούσαν τις γύρω περιοχές. Έτσι οι Ρωμαίοι πολέμησαν τους Δάκες και τον αρχηγό τους Δεκάβαλο καθώς και τους Βέσους, το 102 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Τραϊανού και τους αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν σε όλη την Ήπειρο την Μακεδονία ,αλλά και στην Ελλάδα (οι περιοχές ήταν χωρισμένες σε Θέματα, ένα από αυτά ήταν η Ελλάδα, περιοχή Θεσσαλίας, Κεντρική Ελλάδα) όπου εγκαταστάθηκαν οι περισσότεροι.
Το λεξικό Σουίδα, τη Δακία την αναφέρει ως μία χώρα που την «ίδρυσε» ο αυτοκράτορας Τραϊανός.
Από τη Δακία διέρχεται ο ποταμός Δούναβης, και στις κοίτες του ποταμού έχουμε αρχαιολογικά τεκμήρια της ιστορίας της περιοχής:
Στο περιοδικό «Αττικό Μουσείο» του 1890, σε άρθρο για το ποταμό Ίστρο αναφέρεται: ο ποταμός Ίστρος όπως μετονομάστηκε από του Ρωμαίους σε ποταμό Δούναβη, και οποίος ρέει από τις περιοχές τα Γερμανίας της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Σερβίας , της Δακίας και την απέναντι αυτής Βουλγαρίας και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο. Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρει : ρωμαϊκά ερείπια που βρίσκονται εκατέρων των όχθεων του ποταμού, φαίνονται από το ατμόπλοιο που διασχίζει τον ποταμό στη περιοχή Τουρνοσεβερίνον. Τα ερείπια αυτά είναι οι κίονες που στήριζαν την ξύλινη γέφυρα η οποία κατά Δίωνα τον Κάσσιον έγινε κατ εντολή του αυτοκράτορος Τραϊανού στην δεύτερη εκστρατεία κατά του βασιλέως των Δακών Δεκαβάλου. Μέσω αυτής ο Τραϊανός μετέφερε τα στρατεύματα του, όπως ανά φέρεται και στο Λεξικό Σουίδα, αλλά ο Ανδριανός την γκρέμισε φοβηθείς μήπως την χρησιμοποιήσουν οι βάρβαροι εναντίον των ρωμαίων στρατιωτών. Στην περιοχή αυτή αρχαιολόγοι σε ανασκαφές βρήκαν όπλα, θώρακες, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί από τους ρωμαίους στην εκστρατεία τους κατά των Δακών. Επίσης στο Τουρνοσεβερίνον διακρίνεται και ένας πύργος ανεγερθείς το 210 υπό Σεβήρου διοικητή της Μυσίας επί αυτοκράτορος Φιλίππου , εξ ου και το όνομα Τουρνοσεβερίνον, που σημαίνει Σεβήρου Πύργου. Λίγο πιο μετά και πριν από ένα ρυάκι με όνομα Τσέρνα, όπου ορίζει τα σύνορα μεταξύ Δακίας και Ουγγαρίας, βρίσκονται οι περίφημες Σιδερές Πύλες , ονομασία που δόθηκε λόγω της στενότητας που παρουσιάζει εκεί ο ποταμός. Επίσης, λόγω της ύπαρξης πολλών σκοπέλων, που ενέπνεαν τρόμο στους ναύτες, το μέρος ονομάζονταν και η Σκύλα και η Χάρυβδης.
Αν και οι Δάκες δεν άφησαν πίσω τους γραπτά τεκμήρια της ιστορίας τους, ενώ τα ονόματα των αρχηγών τους είναι από καιρό ξεχασμένα, η πρόσφατη ανεύρεση χρυσών βραχιολιών υπενθυμίζει την ύπαρξη αυτού του μυστηριώδους λαού. Επιβεβαιώνει την ενασχόληση των Δακών με την μεταλλουργία και τη δημιουργία περίτεχνων κοσμημάτων. Επίσης, αποδεικνύεται η σημαντικότητα που είχε η περιοχή, λόγω της ύπαρξης πλούσιων κοιτασμάτων αργύρου και χρυσού .
Τα είκοσι τέσσερα χρυσά βραχιόλια, σπειροειδούς σχήματος, με βάρος ενός κιλού το καθένα και ηλικία 2000 ετών, ήρθαν τυχαία στο φως από αρχαιοκαπήλους στην περιοχή Sarmizegetusa Regia της Ρουμανίας
Οι αρχαιοκάπηλοι που έδρασαν στην Sarmizegetusa Regia αποκάλυψαν είκοσι τέσσερα αντικείμενα, δώδεκα από τα οποία έφτασαν τελικά στα χέρια των αρχών και εξετάστηκαν από επιστήμονες. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Διαψεύδοντας τους ισχυρισμούς των αρχαιοκαπήλων ότι είχαν κατασκευάσει οι ίδιοι τα βραχιόλια – προφανώς ένας τρόπος να μειώσουν την ποινή τους – οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι τα αντικείμενα ήταν για αρκετό διάστημα θαμμένα ενώ από συνευρήματα που επίσης κατατέθηκαν, χρονολογούνται μεταξύ 100 και 70 π.Χ. Η ποσότητα και η περιεκτικότητα του χρυσού από το οποίο αποτελούνται αποδεικνύουν ότι δεν είχαν κατασκευαστεί για προσωπική καθημερινή κόσμηση. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Bogdan Constaninescu, τα αντικείμενα μπορεί να ήταν προσφορές προς τον μοναδικό γνωστό δακικό θεό, τον Ζάλμοξι. Ένας άλλος αρχαιολόγος, ο Otis Crandell, που δεν συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα, υποστηρίζει ότι μπορεί να κατασκευάστηκαν και να χρησιμοποιήθηκαν ως αντικείμενα με ανταλλακτική αξία. Ότι και να γινόταν, τα βραχιόλια αποτελούν τη μοναδική ένδειξη για τον πλούτο αλλά και την τεχνογνωσία των Δακών.
Τα αντικείμενα φυλάσσονται τώρα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Βουκουρέστι.
Βιβλιογραφία:
-Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς
-Κεκαυμένος, Στρατηγικόν
-Λεξικό Σουίδα
-National Geographic
-Περιοδικό, Αττικόν Μουσείον, στο www. europeana.eu
γ.ξ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου