Καλλιόπη Λεμού: «Οι πολιτικοί μας δεν πονούν τον τόπο μας»
Συνέντευξη με την ελληνικής καταγωγής δημιουργό (γλύπτρια), με αφορμή την τελευταία της έκθεση, «Πλοηγώντας μέσα στο σκοτάδι, Μέρος ΙΙΙ» στην Κρύπτη του Αγ. Παγκράτιου στο Λονδίνο.
ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΜΠΛΑΤΣΟΥ
Στο Λονδίνο μπορεί η αντίστροφη μέτρηση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 να έχει ήδη ξεκινήσει, όπως άλλωστε καταγράφεται στο ηλεκτρονικό ρολόι-ημερολόγιο της Trafalgar Square, μπορεί τα εορταστικά φωτάκια να έχουν ανάψει στους κεντρικούς εμπορικούς δρόμους, η διάθεση των κατοίκων όμως μοιάζει μάλλον πεσμένη. Το αποδεικνύει άλλωστε και χθεσινό δημοσίευμα στον Guardian: «Θες να είσαι ευτυχισμένος; Μη μένεις στην Αγγλία». Ανεργία, οικονομική ύφεση και μια συντηρητική κυβέρνηση που με τις αποφάσεις της έχει βγάλει δύο φορές, από τον περασμένο Μάρτιο, στους δρόμους τη βρετανική νεολαία. Όμως, μέσα σε όλα αυτά ή ίσως εξαιτίας όλων αυτών, η Μεγάλη Βρετανία εξακολουθεί να παράγει τέχνη. Και μέσα στην πληθώρα των πολιτιστικών γεγονότων που προσφέρει η βρετανική πρωτεύουσα στους κατοίκους και τους επισκέπτες της, είναι και η έκθεση της Καλλιόπης Λεμού «Πλοηγώντας μέσα στο σκοτάδι, Μέρος ΙΙΙ» στην Γκαλερί της Κρύπτης του Αγίου Παγκράτιου.
Δεδομένου ότι αργήσατε να εκθέσετε δημοσίως τη δουλειά σας, πως άνοιξε η δίοδος επικοινωνίας με το κοινό σας;
Παρά το γεγονός ότι ζωγραφίζω από παιδί και μετά ως ενήλικη παρακολούθησα διάφορες σχολές εικαστικών, δεν είχα το κουράγιο να βγάλω τη δουλειά μου προς τα έξω. Φοβόμουν ότι μπορεί να μην είχε καμία αξία, να μην υπήρχε κανένας λόγος να τη μοιραστώ με τον υπόλοιπο κόσμο. Επειδή προέρχομαι από ένα πολύ συντηρητικό περιβάλλον, δεν είχα την ενθάρρυνση που θα ήθελα. Οι γονείς μου δεν μου επέτρεψαν καν να δώσω εξετάσεις για τη Σχολή Καλών Τεχνών. Εγώ όμως έδωσα και πέρασα αλλά δεν μου επέτρεψαν να παρακολουθήσω τη σχολή. Αυτό το έκανα όταν πια ήμουν παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών. Όταν εγώ όριζα τη ζωή μου κι αποφάσισα να ακολουθήσω αυτό που κόχλαζε μες στην ψυχή μου, με την ενθάρρυνση του συζύγου μου βέβαια αλλά και τη σημαντική βοήθεια ενός ψυχοθεραπευτή.
Ποιο ήταν το αίτημά σας για να ξεκινήσετε ψυχοθεραπεία;
Θυμάμαι είχα πει στο θεραπευτή μου, «θέλω να με βοηθήσεις να έχω εμπιστοσύνη σε αυτό που κάνω, να το πιστέψω, να το στηρίξω και να το βγάλω προς τα έξω». Η πρώτη έκθεσή μου, μετά τις συνεδρίες ψυχανάλυσης, ήταν πριν από 10 χρόνια, όταν ήμουν 50 ετών, στη Σύρο, όπου είχαν προκύψει και πολλά αρχέγονα σχέδια. Μόλις δε είχε πεθάνει και ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν πολύ αυστηρός, και είχα κάνει πολλούς φαλλούς και γενικά διάφορα φαλλικά σχήματα.
Προφανώς συνδεόταν, σε ψυχαναλυτικό επίπεδο, η απώλεια της εξουσίας της πατρικής φιγούρας με τα φαλλικά σχήματα της έκθεσής σας.
Προφανώς. Είχα κάνει τότε έναν τεράστιο ξύλινο φαλλό και σκεφτόμουν, «ευτυχώς, έχει πεθάνει ο πατέρας μου αλλιώς δε θα μπορούσα να το έχω εκθέσει το συγκεκριμένο γλυπτό». Το είχα συζητήσει μάλιστα με τον θεραπευτή μου. Τον είχα ρωτήσει, «μήπως κάνω βλακείες;» κι αυτός μου επέστρεψε την ερώτηση: «Από πού προέρχεται η τέχνη σου;». «Από την ψυχή μου» του απάντησα. Κι αυτός πρόσθεσε: «Ε, τότε δεν μπορεί να είναι λάθος. Γιατί αυτή είναι η αλήθεια σου». Μου πήρε, λοιπόν, 50 χρόνια για να μπορέσω να εκθέσω την αλήθεια μου και να τη στηρίξω χωρίς να φοβάμαι την απόρριψη.
Εχετε εισπράξει απόρριψη για τη δουλειά σας;
Περισσότερη στην Ελλάδα παρά στο εξωτερικό. Κυρίως, γιατί η δουλειά μου συνδέεται με το όνομά μου, με μια τάξη ανθρώπων που δεν έχει σχέση με την τέχνη αλλά με τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Στην Ελλάδα, έχω εισπράξει αρκετή καχυποψία για την ποιότητα του έργου μου λόγω της καταγωγής μου. Εδώ, στην Αγγλία, όπου το επίθετό μου δεν λέει τίποτα και σε κανέναν, είμαι ελεύθερη. Στον τόπο του ίσως δύσκολα γίνεται κανείς αποδεκτός γι' αυτό που είναι. Παρόλα αυτά, έχω κάνει αρκετές εκθέσεις στην Ελλάδα.
Ουσιαστικά η Αγγλία συνδέεται με την καλλιτεχνική σας ενηλικίωση.
Οντως. Μια ενηλικίωση που άργησε βέβαια να συμβεί στην περίπτωσή μου. Ετσι, λοιπόν, φέτος, στην Αγγλία, στα 60 μου χρόνια, με την έκθεση «Πλοηγώντας μέσα στο σκοτάδι, Μέρος ΙΙΙ», ολοκληρώνεται ένας κύκλος, που τον αφιερώνω στο Λονδίνο, την πόλη που με βοήθησε να γίνω αυτή που είμαι.
Γιατί επιλέξατε μια κρύπτη γι' αυτή την τόσο συμβολική για σας επέτειο;
Εχετε δίκιο να αναρωτιέστε μια και η κρύπτη αυτή ήταν χώρος ενταφιασμού. Όμως, ενώ μοιάζει να συμβολίζει το τέλος, για μένα σηματοδοτεί το ξεκίνημα μιας νέας αρχής.
«Νιώθω πιο πολύ Ελληνίδα στο Λονδίνο»
«Πλοηγώντας μέσα στο σκοτάδι» λοιπόν. Ποιες οι μεταφορικές αναφορές του έργου σας;
Η έννοια της πλοήγησης εμπεριέχει την αναζήτηση κατεύθυνσης, που όμως αντιφάσκει με το «σκοτάδι» του τίτλου. Σε μεταφορικό επίπεδο, λοιπόν, αναφέρομαι στην ενδοσκόπηση, στην προσπάθεια του καθενός μας να βρει την πορεία και το στόχο του σε αυτή τη ζωή, αυτό το φωτάκι που λαμπυρίζει στην ψυχή του μες στα σκοτάδια τα δικά του αλλά και αυτών που τον περικυκλώνουν και απειλούν να τον κάνουν να χάσει τη ρότα του. Δείτε τα «σκοτάδια» που μας τριγυρίζουν σήμερα. Η παγκόσμια οικονομική κατάσταση που κατακρημνίζεται, τα πολιτικά συστήματα που γίνονται όλο και πιο απολυταρχικά, οι ελευθερίες του ατόμου που ολοένα συρρικνώνονται. Όμως, πιστεύω ότι αυτά τα σκοτάδια μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε γιατί δεν είναι πραγματικά δικά μας. Αλλοι τα δημιουργούν για να μας εγκλωβίσουν. Το πραγματικό σκότος επέρχεται όταν εμείς οι ίδιοι κλείσουμε το διακόπτη της ψυχής και του μυαλού μας. Όταν ο άνθρωπος χάσει τη λογική του, τότε κινδυνεύει να τον καταπιεί το σκοτάδι.
Αλήθεια, γιατί ασχοληθήκατε με την τέχνη όταν είχατε μια οικογενειακή επιχείρηση να σας περιμένει;
Ποτέ δεν ήμουν επιχειρηματίας. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήμουν μαμά και καλλιτέχνης. Μην κοιτάτε που οι γονείς μου δεν μου επέτρεψαν να ακολουθήσω την κλίση μου επειδή θεωρούσαν πως δεν ήταν πρέπον. Ευτυχώς, παντρεύτηκα έναν άνθρωπο με πολύ μεγάλη κατανόηση, που καταλάβαινε την ανάγκη μου να δημιουργώ, και δεν με απέτρεψε από το να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου στην τέχνη ενώ παράλληλα μεγάλωνα τα παιδιά μας. Αλλά και τα παιδιά νομίζω ήταν περήφανα που έβλεπαν τη μαμά τους να πηγαίνει και αυτή, όπως αυτά, σε σχολή για να μάθει κάτι και δεν ξόδευε όλη τη μέρα της μες στο σπίτι ή κάνοντας ψώνια.
Εχοντας ζήσει 40 χρόνια στην Αγγλία, πόσο Ελληνίδα αισθάνεστε στο Λονδίνο και πόσο Ευρωπαία στην Ελλάδα;
Οσο είμαι στο Λονδίνο, αισθάνομαι πάρα πολύ Ελληνίδα. Η ίδια μου η δουλειά, τροφοδοτείται από τα βιώματά μου, από όσα είναι καταγεγραμμένα μέσα μου από τότε που ήμουν παιδί. Όμως, κάθε φορά που έρχομαι στην Ελλάδα, απογοητεύομαι και στενοχωριέμαι πάρα πολύ. Η ασυνέπεια, η κοροϊδία, η εντύπωση ότι είμαστε οι εξυπνότεροι όλων, όλες αυτές οι πρακτικές και οι αντιλήψεις με πληγώνουν αφάνταστα όταν τις συναντώ στην πατρίδα μου.
Ποια η εικόνα της Ελλάδας όπως αποτυπώνεται από την εδώ επαφή σας με τους Βρετανούς;
Πολλοί Βρετανοί αγαπούν πολύ την Ελλάδα, την ιστορία της, τον πολιτισμό της. Και νιώθουν βαθιά λύπη για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας. Ο περισσότερος κόσμος δεν έχει καταλάβει καν πως βρεθήκαμε σε αυτή την κατάσταση αλλά γνωρίζει ότι το πρόβλημα δεν είναι αμιγώς ελληνικό αλλά αφορά ολόκληρη την Ευρώπη. Φυσικά, υπάρχει και μια μερίδα Βρετανών που λέει «τα θέλατε και τα πάθατε».
Εσάς τι σας εξοργίζει και τι σας κάνει να ελπίζετε για την κατάσταση που επικρατεί στη σημερινή Ελλάδα;
Με εξοργίζει η συμφεροντολογία των πολιτικών. Το ότι δεν έχει βρεθεί μέχρι στιγμής ένας πολιτικός αρχηγός να πει «θα δουλέψω, θα θυσιαστώ για την πατρίδα μου». Ολοι τους κοιτούν το ατομικό τους συμφέρον και όχι το καλό του τόπου. Κανείς τους δεν πονά την πατρίδα. Τώρα, αν κάτι με κάνει να ελπίζω, είναι ότι η πατρίδα μας έχει επιβιώσει από πολλές κρίσεις στο παρελθόν. Ελπίζω, λοιπόν, ότι θα βρούμε μέσα μας τη δύναμη και θα σταθούμε πάνω από τις περιστάσεις για να σταματήσουμε αυτή την κατρακύλα του τόπου μας.
Στην Ιταλία, κραταιοί επιχειρηματίες συνεισφέρουν από το ιδιωτικό τους ταμείο για να γίνουν έργα επενδυτικά ή πολιτιστικά. Στην Ελλάδα, γιατί δε βλέπουμε να συμβαίνει κάτι τέτοιο;
Γιατί όπως οι πολιτικοί, έτσι και οι επιχειρηματίες λειτουργούν με βάση το ατομικό όφελος. Ακόμα και οι Ελληνες του εξωτερικού να ήθελαν να βοηθήσουν, μπορεί να αποθαρρύνονται από κάποιες καταστάσεις στο εσωτερικό της χώρας.
«Γλυπτική» στην κουζίνα της γιαγιάς
Μικρές, αγαπημένες μνήμες που σας πάνε πίσω στα παιδικά σας χρόνια;
Μνήμες με τη γιαγιά μου τη Μαρία, η οποία ούτε μια φορά δε μου είπε «όχι». Ακόμα κι όταν της ζητούσα να με πηγαίνει σε μια λίμνη κοντά στο σπίτι για να χαζεύω τα ψάρια με τις ώρες.
Και το γενέθλιο τραύμα που φέρετε από τότε;
Το ότι έπρεπε να είμαι όπως ήθελαν οι γονείς μου να είμαι. Αλλά εγώ δεν ήμουν καθόλου όπως με περίμεναν. Ημουν μοναχική, ζωγράφιζα με τις ώρες κάτω από το τραπέζι, ήμουν στο δικό μου κόσμο. Δεν ήθελα να κάνω πράγματα που δεν μου άρεσαν.
Ποια συμβουλή κρατήσατε από τα παιδικά σας χρόνια;
Μάλλον κράτησα τον τρόπο ζωής της γιαγιάς μου, η οποία ήταν ένας άνθρωπος απλός, η προσωποποίηση της χαράς της ζωής. Κάναμε μαζί τόσα πράγματα: καθαρίζαμε τα σταφύλια για να κάνουμε γλυκό, διπλώναμε με τα αμπελόφυλλα τα ντολμαδάκια σε ωραία σχήματα, πλάθαμε πασχαλινά κουλουράκια.
Ισως αυτά να ήταν και τα πρώτα σας μαθήματα γλυπτικής.
Ενδεχομένως. Δεν το είχα σκεφτεί έτσι αλλά μάλλον έχετε δίκιο. Η γιαγιά μου με μύησε στην αγάπη της αφής των υλικών. Δεν μου είπε ποτέ «μην το κάνεις αυτό γιατί θα λερωθείς». Αντιθέτως, φόραγα μια ποδιά μεγαλύτερη από το μπόι μου και πασαλειβόμουν με αλεύρια, αλάτια, ζάχαρες.
INFO: «Navigating in the dark Part III», The Crypt Gallery, St. Pancras Church, Euston Rd (0044-2073881461). Εως: 27/11.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου