Διαμορφώνεται ο χώρος του Λυκείου του Αριστοτέλη
Απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.
Το «πράσινο φως» για τη διαμόρφωση του επί 14ετίας (από το έτος της ανακάλυψής του) αναξιοποίητου χώρου του Λυκείου του Αριστοτέλη, στην καρδιά της Αθήνας, έδωσε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ψηφίζοντας αργά χθες τη νύχτα νεότερη σχετική μελέτη -η τελευταία ήταν του 2008- ήπιων επεμβάσεων και μικρότερου κόστους, μέρος του οποίου θα καλυφθεί από ευγενική χορηγία ύψους τεσσάρων εκατ. ευρώ του ΟΠΑΠ.
Σύμφωνα με τη μελέτη, σε περίπου έναν χρόνο το Λύκειο του Αριστοτέλη αναμένεται να μεταμορφωθεί σε αρχαιολογικό χώρο και πνεύμονα πρασίνου, ο οποίος θα είναι ενοποιημένος με τον διπλανό περιβάλλοντα χώρο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου (συνολικής έκτασης 40 στρεμμάτων).
Ειδικότερα, προβλέπεται η μετατόπιση της υφιστάμενης εισόδου από την οδό Ρηγίλης στην οδό Βασιλίσσης Όλγας, δεδομένου ότι η υπάρχουσα είσοδος γειτνιάζει με την πλάτη του κτηρίου της Λέσχης Αξιωματικών και απέχει από το κέντρο του αρχαιολογικού χώρου, όπου βρίσκεται η παλαίστρα του Λυκείου.
Στις προτάσεις, που ομόφωνα ψηφίστηκαν από τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου προβλέπονται επίσης:
- Η προσθήκη κτηρίου (περίπου 50 τ.μ.) για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών (WC, φυλάκιο και μικρό αίθριο ανάπαυσης και πληροφόρησης).
- Η σύνδεση του χώρου με το ανατολικό τμήμα του αύλειου χώρου του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, μέσω χωμάτινου διαδρόμου, ο οποίος θα είναι προσβάσιμος και σε άτομα με ειδικές ανάγκες.
- Η κατασκευή πύλης, που θα χωρίζει τον αύλειο χώρο του Βυζαντινού Μουσείου από εκείνον της παλαίστρας.
- Η πρόσβαση των επισκεπτών στο κτήριο της παλαίστρας, μέσω δύο διαδρομών (ράμπες) κατά μήκος της βόρειας και νότιας πτέρυγας των αρχαιολογικών καταλοίπων.
- Ο περιορισμός της πρόσβασης στον χώρο των καταλοίπων με περισχοίνιση.
Επιπλέον, προβλέπονται ήπιες παρεμβάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται καθαρισμοί, συμπληρώσεις και ανακτίσεις τοίχων, αρμολόγηση και εργασίες προστασίας από τους ατμοσφαιρικούς ρυπαντές.
Θα κατασκευαστούν, επίσης, χαμηλά στέγαστρα με μεταλλικό σκελετό και γυάλινη στέγαση για τη δεξαμενή και σύστημα αποστράγγισης ομβρίων υδάτων.
Θα διαμορφωθούν τα πρανή περιμετρικά της παλαίστρας, προκειμένου να προβάλλεται το περίγραμμα του κτηρίου και να επιτρέπεται η «ανάγνωσή» του από τους περαστικούς της οδού Ρηγίλλης.
Θα επιστρωθούν οι χώροι της παλαίστρας με χώμα διαφορετικών αποχρώσεων, ανάλογα με τη χρήση του καθενός και θα φυτευθούν δένδρα και θάμνοι κατά μήκος της νότιας πλευράς του κτηρίου της Λέσχης των Αξιωματικών, κατά μήκος της βόρειας πλευράς του γειτνιάζοντος Ωδείου και επιλεκτικά σε σημεία του αρχαιολογικού χώρου, προκειμένου ο χώρος να δίνει στους επισκέπτες την αίσθηση του φυσικού τοπίου της αρχαιότητας, που συνέβαλλε στην εκπαιδευτική διαδικασία του Λυκείου.
Τέλος, θα τοποθετηθούν πινακίδες πληροφόρησης, πάγκων και διακριτικού φωτισμού.
Το συγκεκριμένο οικόπεδο είχε παραχωρηθεί από το ελληνικό Δημόσιο στο Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, προκειμένου να ανεγερθεί Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη ανασκαφική έρευνα, που ξεκίνησε στις 9 Μαϊου του΄96 και διακόπηκε στις 6 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, προκειμένου να τεθεί στο ΚΑΣ το θέμα της ανακάλυψης σημαντικών αρχαίων.
Στο νότιο μισό τμήμα του οικοπέδου είχαν αποκαλυφθεί τα θεμέλια μεγάλου κτηρίου, του οποίου εντοπίστηκαν οι τρεις πλευρές (βόρεια, ανατολική και δυτική). Η πλευρά του νότου συνεχιζόταν και έξω από τα όρια του οικοπέδου, προς το Ωδείο Αθηνών και κοντά στην παλαιά κοίτη του Ιλισού.
Το αρχαίο κτήριο είχε υποστεί ιδιαίτερη καταστροφή, η οποία, όπως διαπιστώθηκε, οφειλόταν κυρίως στις εγκαταστάσεις στρατοπέδου, που καταλάμβανε ολόκληρο τον χώρο του οικοπέδου από το 19ο αι. έως τον 20ο και ειδικότερα ως τις αρχές της δεκαετίας του ΄60. Το 1966, μετά την απομάκρυνση του στρατοπέδου και την κατεδάφιση των εγκαταστάσεών του, ο χώρος επιχωματώθηκε με μεγάλη ποσότητα φυτικών χωμάτων και δενδροφυτεύτηκε στα πλαίσια του προγράμματος για την προβολή και ανάδειξη του κτηρίου της Δουκίσσης Πλακεντίας, δηλαδή του Βυζαντινού Μουσείου.
Παρά την κατάσταση στην οποία βρέθηκε το βόρειο μισό τμήμα του κτηρίου, κατέστη δυνατό να αποκατασταθεί η κάτοψή του. Πρόκειται για ένα κτήριο που έως σήμερα έχει αποκαλυφθεί σε μήκος 50μ. και πλάτος 48μ., δηλαδή καλύπτει έκταση περίπου 2,5 στρεμμάτων. Οι τοίχοι του, που είναι κατασκευασμένοι με ποικίλο υλικό, βρέθηκαν σε βάθος περίπου 3μ. από την οδό Ρηγίλλης, ενώ το μεγαλύτερο βάθος έδρασης διαπιστώθηκε στα νότια και ήταν περίπου 5,80μ. Οι περισσότεροι τοίχοι εδράζονται στην επιφάνεια του φυσικού σχιστόλιθου και ακολουθούν την επικληνή πορεία του.
Από τις γραπτές πηγές γίνεται σαφές ότι το Λύκειο κάλυπτε ιδιαίτερα εκτεταμένη περιοχή στα ανατολικά της Αθήνας, η οποία ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. εξυπηρετούσε πολλές λειτουργίες της πόλης. Αυτή η ιδιαίτερα ειδυλλιακή περιοχή με τα ιερά, τα άλση και τα νερά ήταν ένα προάστιο των Αθηνών, όπως ακριβώς και η περιοχή της Ακαδημίας. Στη περιοχή αυτή υπήρχε το ιερό του Λυκείου Απόλλωνος και επίσης λειτουργούσε ως χώρος εκγύμνασης των Αθηναίων οπλιτών και εφήβων. Υπήρχε ακόμη το Γυμνάσιο, όπου οι Αθηναίοι έφηβοι εκπλήρωναν τα στρατιωτικά τους καθήκοντα.
Ο χώρος του Λυκείου παραμένει σήμερα στην κατάσταση, στην οποία διαμορφώθηκε μετά το πέρας της ανασκαφικής περιόδου του 1996, όταν αποκαλύφθηκε κατά τις προκαταρκτικές εργασίες για την ανέγερση του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης.
ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου