Υπόθεση Λαμπράκη: Πώς έδρασαν τα παρακρατικά δίκτυα



Πενήντα χρόνια μετά την πιο σημαντική πολιτική δολοφονία στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, της δολοφονίας Λαμπράκη στις 22 Μαΐου 1963, το Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα ρίχνει φως στην πολύκροτη υπόθεση με νέες ανέκδοτες μαρτυρίες και ντοκουμέντα. Στον φακό της εκπομπής μιλά ο Γιώργος Ρωμαίος, ένας εκ των τριών δημοσιογράφων που άνοιξαν τον φάκελο της υπόθεσης και αποκάλυψαν το σκοτεινό παρακράτος που δρούσε στη Θεσσαλονίκη, την πόλη των δολοφονιών, όπως τη χαρακτηρίζει. Ο δημοσιογράφος εξιστορεί το φόντο μπροστά από το οποίο σημειώθηκε η δολοφονία και περιγράφει τις έρευνες για την αναζήτηση της αλήθειας σε μία υπόθεση στην οποία φαίνεται να εμπλεκόταν: παρακράτος, παραστρατιωτικές οργανώσεις και παλάτι. Διαβάστε αύριο τη συνέντευξη του έτερου ερευνητή της υπόθεσης Γιώργου Μπέρτσου.
Παρακολουθήστε την Τετάρτη τα μεσάνυχτα στη ΝΕΤ το επεισόδιο του ΡΧΣ: Υπόθεση Λαμπράκη: Το μακρύ χέρι του παρακράτους 
Σ. Κούλογλου: Τι αποκάλυψε η έρευνά σας για την δολοφονία Λαμπράκη και πώς εμπλέκεστε εσείς στην υπόθεση;

Γιώργος Ρωμαίος: Η δολοφονία του Γρήγορη Λαμπράκη τον Μάιο του 1963 οργανώθηκε από τις παρακρατικές οργανώσεις που είχαν συγκροτηθεί στην Ελλάδα λίγα χρόνια πριν. Αυτό αποδείχθηκε από στοιχεία τα οποία βρήκα μετά από μακρά έρευνα: Είχα βρει τα ντοκουμέντα της υπηρεσίας πληροφοριών του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως, η οποία συγκρότησε τις παρακρατικές οργανώσεις, τις χρηματοδοτούσε και κατηύθυνε τη δράση τους. Διότι γρήγορα αποδείχθηκε ότι ο ισχυρισμός της αστυνομίας, ότι αυτό το πλήθος που συγκεντρώθηκε κάτω από την αίθουσα που μιλούσε ο Λαμπράκης ότι ήταν περαστικοί και μάλιστα Τετάρτη όταν τα μαγαζιά ήταν κλειστά, ήταν όχι απλά λανθασμένος αλλά ήταν μια προσπάθεια να εμφανιστεί η δολοφονία ως τροχαίο ατύχημα, όπως ήταν και η αρχική άποψη.

Η έρευνα, λοιπόν, ξεκίνησε όταν διαπιστώσαμε ότι ο δράστης ο οδηγός του τρικύκλου, ο Σπύρος Γκοτζαμάνης, ήταν μέλος μιας τέτοιας οργάνωσης - της Οργάνωσης Θυμάτων και Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης Βορείου Ελλάδος.

Το πρώτο που πράξαμε μαζί με τους συναδέρφους, τον Γιάννη τον Βούλτεψη και τον Γιώργο τον Μπέρτσο, ήτανε να βρούμε ποια ήταν αυτή η οργάνωση, ποιος ήταν πίσω από αυτή. Δεν χρειάστηκε πολύ να διαπιστώσουμε ότι πρόεδρος και ιδρυτής της οργάνωσης ήταν κάποιος που λεγόταν Ξενοφών Γιοσμάς. Ψάχνοντας το ιστορικό διαπιστώσαμε, ότι όχι μόνο δεν ήταν αντιστασιακός, αλλά ήταν αξιωματικός με γερμανική στολή, συνεργάτης του Μαξ Μέρτεν, ο οποίος ήταν ο σφαγέας των Εβραίων της Θεσ/νίκης. Ο Μέρτεν μετά από χρόνια ήρθε επισκέπτης στην Ελλάδα, με κάποια βεβαίωση ότι δε πρόκειται να συλληφθεί, όμως έγινε αντιληπτός και συνελήφθη, δικάστηκε 25 χρόνια κάθειρξη, αλλά τον ανταλλάξαμε με την υπόσχεση των Γερμανών ότι θα μας υποστηρίξουν για την ένταξη της Ελλάδος στην Ε.Ε. Ο Γιοσμάς λοιπόν μετά τον πόλεμο, έφυγε και πήγε στην Αυστρία, όπου εκεί είχε καταφύγει και ένας άλλος δωσίλογος, ο Τσιρονίκος. Ο Τσιρονίκος συγκρότησε μάλιστα και μία φιλοναζιστική κυβέρνηση- φάντασμα, την κυβέρνηση της «Ελεύθερης Ελλάδας» της οποίας ο Γιοσμάς ήταν υπουργός Προπαγάνδας.

Μετά τον πόλεμο ο Γιοσμάς γύρισε στην Ελλάδα, συνελήφθη καταδικάστηκε σε θάνατο, έμεινε για λόγο καιρό στην φυλακή και μετά απελευθερώθηκε. Στη συνέχεια, ελεύθερος πλέον με τη συμβολή του δικηγόρου του, Τάκου Μακρή - έναν από τους ισχυρότερους υπουργούς της κυβέρνησης Καραμανλή, του οποίου η γυναίκα υπηρετούσε στο γραφείο του Μέρτεν – έβγαλε μια εφημερίδα, η οποία είχε ως έμβλημα τον γερμανικό σταυρό και δεν έκρυψε ποτέ τις φιλοναζιστικές της απόψεις, και ίδρυσε αυτή την οργάνωση.

Μέλος λοιπόν της οργάνωσης ήταν ο Γκοτζαμάνης, ο οποίος είχε και μια ταυτότητα, θεωρημένη από την αστυνομία. Η ταυτότητα έγραφε ότι θα χρησιμοποιείται από την αστυνομία για την υπεράσπιση της πατρίδας όποτε και εφόσον χρειάζεται. Λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία του Λαμπράκη αυτή η οργάνωση είχε αξιοποιηθεί από την αστυνομία για τα μέτρα προστασίας του στρατηγού Σαρλ ντε Γκωλ που είχε επισκεφτεί τη Θεσσαλονίκη. Τους είχαν βάλει, μάλιστα, μια καρφίτσα στο στήθος ώστε να τους αναγνωρίζουν από το πλήθος και έτσι η οργάνωση έμεινε στην ιστορία ως η «Οργάνωση Καρφίτσα».

Αυτός ήταν ο Γιοσμάς. Αυτός ήταν και ο Γκοτζαμάνης. Από εκεί εγώ ξεκίνησα και βρήκα αυτά τα αρχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβερνήσεως. Τα έγγραφα που είχαν δημοσιεύσει ήταν αποκαλυπτικά. Είδα πως οργάνωναν τις αντισυγκεντρώσεις με σκοπό τη διάλυση των συγκεντρώσεων της ΕΔΑ. Είδα ποιοι ήταν αναμειγμένοι. Είδα και ένα έγγραφο που λέει σαφώς ότι ανασυγκροτήθηκαν κάποιες οργανώσεις για να μετάσχουν στο εκλογικό πραξικόπημα του 1961.

Σε πολλά έγγραφα αναφέρεται ότι ο Μήτσου συνέπραττε και καθοδηγούσε. Ο Μήτσου ήταν ο στρατηγός ο οποίος ήταν επικεφαλής τότε στη συγκέντρωση του Λαμπράκη και ηγείτο μιας μεγάλης δύναμης χωροφυλάκων. Περισσότεροι από 180 χωροφύλακες είχαν επικεφαλής τον Μήτσου και έμειναν αδιάφοροι και στα επεισόδια και στις εκκλήσεις του Λαμπράκη ότι με απειλούν, γιατί πράγματι απειλούσαν να τον σκοτώσουν. Μάλιστα υπερηφανεύεται ο Μήτσου ότι είχε λάβει γράμματα από 2.500 άτομα τα οποία του έγραφαν ότι ψήφισαν τότε την ΕΡΕ για χάρη του.

Τώρα το πως φθάσαμε στην δολοφονία πρέπει να το αναζητήσουμε στην Μέση Ανατολή: Στη Μέση Ανατολή άρχιζε να συγκροτείται ένα υπερκράτος, ή παράλληλο κράτος και ταυτόχρονα οι ρίζες του παρακράτους. Ποιο ήταν το παράλληλο υπερκράτος; Ήταν τα ανάκτορα, ήταν ο στρατός και ήταν και ο ξένος παράγων, δηλαδή η Αγγλία. Αυτοί αποφασίζαν για τα πάντα και οι κυβερνήσεις είχαν περιορισμένη πλέον εξουσία.

Μετά τον πόλεμο επιβλήθηκε η επάνοδος της βασιλείας με τον Γεώργιο, ο οποίος ήταν καθοδηγούμενος των Άγγλων. Είχαμε, λοιπόν, τους Άγγλους είχαμε και τον στρατό. Μετά έχουμε τη διαδοχή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αγγλίας, η οποία όμως συμπίπτει με την ένταξη της Ελλάδος στο ΝΑΤΟ, όπου πλέον ο στρατός έχει και άμεση καθοδήγηση από τους Αμερικάνους, κάτι που δεν υπήρχε άμεσα στα προηγούμενα χρόνια. Βέβαια ο στρατός είχε πάντοτε ανάμειξη στην ελληνική πολιτική, όπως φαίνεται και από τα πολλά πραξικοπήματα.

Όμως η πρώτη φορά που αναμειγνύεται ο στρατός στην πολιτική ως πολιτικό όργανο είναι επί Μεταξά. Τα προηγούμενα χρόνια σ’ όλα τα πραξικοπήματα οι στρατιωτικοί ανέλαβαν και την εξουσία εκτός από το 1909, όπου τη παρέδωσαν στον Βενιζέλο. Όμως ο Μεταξάς είναι εκείνος ο οποίος πολιτικοποίησε το στρατό ως όργανο ενός υπερκράτους, καθώς είχε την στήριξη των ανακτόρων.

Στη Μέση Ανατολή όμως θα βρούμε τον πυρήνα του παρακράτους: Είναι η Ένωση Νέων Αξιωματικών (ΕΝΑ). Έτσι έχουμε μέσα στον στρατό μια νέα οργάνωση, την ΕΝΑ, η οποία αρχίζει να παίζει ρόλο κάτω και έξω από την ηγεσία του στρατεύματος. Αργότερα ανασυγκροτείται, γίνεται ο περίφημος ΙΔΕΑ - ο Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών - μια πανίσχυρη παραστρατιωτική οργάνωση, η οποία άρχισε να παίζει πλέον αποφασιστικό ρόλο στις προαγωγές και στις τοποθετήσεις των αξιωματικών. Και με ανοχή θα έλεγα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΙΔΕΑ κάνει την πρώτη εμφάνιση μ’ ένα πραξικόπημα το 1951, όταν ο Παπάγος παραιτείται με προοπτική την πολιτική. Αλλά τότε ήταν απροκάλυπτα σαφές ότι τα ανάκτορα και κυρίως η Φρειδερίκη δεν ήθελε τον Παπάγο στην πολιτική, διότι φοβόνταν ότι ο Παπάγος θα έθετε υπό απόλυτο έλεγχο τον στρατό, και οι βασιλιάδες μας κυρίως μεταπολεμικά θεωρούσαν δικό τους το στρατό. Δεν είναι τυχαίο ότι μιλούσαμε για βασιλικό ναυτικό, βασιλική αεροπορία και όταν παντρεύτηκε ο Κωνσταντίνος επιχειρήθηκε να του προσφέρουν ως προίκα την μετονομασία του στρατού σε βασιλικό στρατό.

Φοβόνταν λοιπόν κυρίως η Φρειδερίκη - ο Παύλος δεν καταλάβαινε από αυτά. Είχε αντίρρηση για τον Παπάγο και τότε έγινε ένα πραξικόπημα το οποίο ο ίδιος ο Παπάγος κατέστειλε. Συνελήφθησαν κάποιοι, δικάστηκαν, αλλά πήραν αμνηστία. Αυτό γινόταν συνέχεια: ο ΙΔΕΑ είχε την υποστήριξη ή την ανοχή των πολιτικών και όταν κατά καιρούς κάποιους τους  συνελάμβαναν σε κάποια επεισόδια, τους έδιναν αμνηστία γρήγορα και έτσι μπόρεσε να επιβιώνει συνεχώς.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώτος αρχηγός του ΙΔΕΑ, μετά τον πόλεμο ήταν ο Σόλων Γκίκας, ο οποίος ήταν επικεφαλής του ελληνικού αγήματος που πολέμησε στην Κορέα μετά το 1950 και έγινε υπουργός των κυβερνήσεων Καραμανλή. Με τον καιρό λοιπόν ο ΙΔΕΑ πέρασε στους νέους αξιωματικούς. Και φτάνουμε στο 1958 που είναι ένα ορόσημο στην πολιτική γενικά. Υπήρξε όμως και έτος αφορμή για την οργάνωση του παρακράτους και εκτός του στρατεύματος.

Το 1958 η ΕΔΑ γίνεται αξιωματική αντιπολίτευση. Όλοι βέβαια ανησύχησαν: το παράλληλο υπερκράτος, το παρακράτος, οι ξένοι. Ανησύχησαν γιατί ο αντικομουνισμός μετά τον εμφύλιο ήταν κρατική ιδεολογία – υπήρχε και ο ψυχρός πόλεμος.

Ο Σάββας Κωνσταντινόπουλος, δημοσιογράφος, ο οποίος ήταν ο θεωρητικός της δικτατορίας, αποκάλυψε το 1990 ότι μετά τις εκλογές του ’58 ο Καραμανλής κάλεσε κάποιους δημόσιους υπαλλήλους αξιωματούχους, διανοουμένους κ.λπ. στην Κηφισιά για να συζητήσουν γενικά τι θα γίνει με αυτή την κατάσταση. Εκεί αποφασίστηκε να δημιουργηθεί μια άτυπη επιτροπή για να παρακολουθήσει το πρόβλημα και πως θα το αντιμετωπίσει.

Μέσα σε αυτή την συνάντηση βρέθηκε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και μάλιστα όταν τελείωσε η συνάντηση ο καθηγητής τότε του Πολυτεχνείου, ο Προκοπίου των Καλών Τεχνών, υποτίθεται είπε ότι αυτός [ο Παπαδόπουλος] έχει μυαλό ξυράφι, και κάποια στιγμή θα παίξει μεγάλο ρόλο. Πράγματι έχω βρει στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι ο Παπαδόπουλος από το 1956 οργάνωνε την δικτατορία!

Το ’58 λοιπόν βρέθηκε σε αυτή τη σύσκεψη υψηλού επιπέδου. Την έκανε ο πρωθυπουργός δεν ήταν μια σύσκεψη παρακρατικών. Από αυτή την άτυπη επιτροπή προέκυψε αυτό που λέμε Υπηρεσία Πληροφοριών του Υπουργείου Προεδρίας. Ποιος ήταν ο διευθυντής; Ο στρατηγός Νικόλαος Γωγούσης. Βασικό στέλεχος του ΙΔΕΑ και που μετείχε και στο πραξικόπημα του ’51. Καθοδηγητής ήταν ο Γεώργιος Γεωργαλάς: κομμουνιστής από τα 15 του, έφυγε μετά τον εμφύλιο στην Ουγγαρία, έγινε εκφωνητής ελληνικής εκπομπής στη Βουδαπέστη, όμως όταν μπήκαν οι Σοβιετικοί, τότε πέρασε στο άλλο στρατόπεδο, ήρθε στην Ελλάδα και έγινε ο καθοδηγητής. Ήταν αυτός ο οποίος σε ένα έγγραφο του προς την υπηρεσία, είπε «ξέρετε, αυτά τα μεμονωμένα άτομα που παρουσιάζονται στις συγκεντρώσεις της ΕΔΑ και φωνάζουν είναι αναποτελεσματικά, τι άλλο πρέπει να κάνουμε;». Είναι αυτός λοιπόν ο οποίος πρότεινε τις περίφημες αντισυγκεντρώσεις και στο σχετικό έγγραφό του λέει ότι «πρέπει, όλες οι υπηρεσίες να ενημερώνονται αμέσως σε όλη την Ελλάδα πότε γίνονται οι συγκεντρώσεις και να λαμβάνονται αμέσως μέτρα για τη συγκρότηση των αντισυγκεντρώσεων». Έτσι οργανώθηκαν. Αυτό ήταν το παρακράτος.

Αυτές οι παρακρατικές οργανώσεις δημιουργήθηκαν κυρίως στις μεγάλες πόλεις, γιατί στην ύπαιθρο γενικά δεν γίνονταν μεγάλες συγκεντρώσεις. Υπήρχαν βέβαια τα ΤΕΑ. Μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι κομμουνιστές μετά τον εμφύλιο, ήρθαν όλοι στα αστικά κέντρα διότι  μόνο εκεί μπορούσαν να ξεφύγουν από τον τοπικό χωροφύλακα και τις διώξεις. Δημιουργήθηκαν πολλές πάρα πολλές παρακρατικές οργανώσεις λοιπόν οι οποίες χρηματοδοτούντο.

Είχε πει στην εισήγησή του ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας: «Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σε αυτά θα ανατίθονταν σε ώρα κρίσης η ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση της υπεράσπισης της πατρίδας και του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού παντού και πάντοτε και δι’ όλων των μέσων κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγραφόνταν πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη. σήμερα εδώ στη δίκη ένα κράμα κλεφτών βιαστών δωσίλογων και κάθε είδους κακοποιών εμφανίζεται προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων και φύλακες ιερών και οσίων και ως κέρβερος του νόμου και της τάξης».

Αυτοί ήταν οι παρακρατικοί, δεν μπορούσαν να είναι και άλλοι. Ο αείμνηστος Ανδρέας Λεντάκης, τους έχει καταγράψει όλους αυτούς. Μέσα σε αυτές τις παρακρατικές οργανώσεις σημαντικό ρόλο έπαιζε και η ΕΚΟΦ, άλλη μεγάλη παρακρατική οργάνωση. Μέσα στα έγγραφα τα οποία εγώ είχα αποκαλύψει και δημοσιεύσει γίνεται σαφής μνεία της ΕΚΟΦ και μάλιστα λέει ότι αξιοποιούνταν όλες αυτές οι οργανώσεις στην Βόρεια Ελλάδα σε συνεννόηση με τον τότε γενικό γραμματέα του υπουργείου Βορείου Ελλάδος, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο και με την ηγεσία της χωροφυλακής.

Έτσι συγκροτήθηκε αυτό που λέμε παρακράτος με την ανοχή του παράλληλου υπερκράτους και βεβαίως και των κυβερνήσεων που κυβέρνησαν τότε τον τόπο, οι οποίες δεν είχαν τη δυνατότητα, τη βούληση - ίσως και τα δύο - δεν είχαν και τη βούληση ή τη δυνατότητα να αποτρέψουν αυτή τη συγκρότηση.

Σ. Κ.: Στις εκλογές του ’61, πως χρησιμοποιούνται οι παρακρατικές οργανώσεις; Υπάρχει βία και νοθεία;

Γ.Ρ.: Υπάρχει βία και νοθεία. Στις εκλογές του ’61 κάνει τη πρώτη του μεγάλη εμφάνιση το παρακράτος με βάση το «σχέδιο Περικλής», το οποίο είχε καταρτιστεί από μια ομάδα στην οποία μετείχε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Άρα είναι σαφές ότι παρά την υποστήριξη ότι αυτό το σχέδιο απέβλεπε αλλού. Η νοθεία ήταν σαφής αλλά και η βία ήταν πολύ εκτεταμένη - ιδιαίτερα στην περιφέρεια διότι δεν είχαν τη δυνατότητα να αντιδράσουν αφού ήταν εμφανής η βία. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία άλλωστε όπως προανέφερα ο Μήτσου υπερηφανευότανε ότι έλαβε 2.500 επιστολές που ψήφισαν την ΕΡΕ για χάρη του. Προφανώς είχε ασκηθεί βία – δεν ήταν για χάρη του όμως. Άλλωστε υπάρχει μια ιστορία γύρω από εκεί: όταν υπήρξαν τα πρώτα συμπτώματα για την άσκηση βίας, δυστυχώς ο Γεώργιος Παπανδρέου και οι σύμβουλοι του θεώρησαν ότι αυτή η βία θα ωφελήσει την Ένωση Κέντρου, με την «λογική» ότι όταν κάποιος αριστερός υποκύψει στη βία, δεν πάει στη δεξιά θα σταματήσει κάπου στο κέντρο.

Ήταν το μεγάλο λάθος διότι όσοι υπέστησαν ή μάλλον υπέκυψαν στην βία και ιδιαίτερα σε μικρές περιοχές, όπου ήταν γνωστά πρόσωπα και δεν ήταν εύκολο να ξεφύγεις από τον έλεγχο πέρασαν κατευθείαν στην ΕΡΕ για να έχουν την ασφάλεια τους. Επομένως είναι σαφές ότι ασκήθηκε βία από τους παρακρατικούς μηχανισμούς που είχαν απόλυτη συνεργασία με την αστυνομία. Διότι η αστυνομία τότε στα αστικά κέντρα δεν ήταν επαρκής για να μπορέσει να πάει σε κάθε σπίτι που έπρεπε να ασκηθεί μια βία στον ψηφοφόρο, και έτσι χρησιμοποιήθηκαν οι παρακρατικές οργανώσεις. Ήταν ένας παράνομος βραχίονας της αστυνομίας, η οποία ασκούσε ημιαστυνομικά καθήκοντα με προφανείς πολιτικούς στόχους.

Σ.Κ.: Ο Καραμανλής γνωρίζει ή έχει πέσει «θύμα» των καταστάσεων;

Γ.Ρ.: Δύο πτυχές υπάρχουν εδώ: Η μια πτυχή είναι η γενικότερη οργάνωση, οι εκδηλώσεις και οι αντισυγκεντρώσεις εναντίον της ΕΔΑ. Βεβαίως είχε γνώση και νομίζω ότι δεν θεωρούσε τότε ότι ήταν σοβαρό πρόβλημα, από την ώρα που και αυτός είχε ανησυχήσει για την άνοδο της ΕΔΑ. Είχε προηγηθεί και στις προηγούμενες εκλογές, του ’56, διότι από κει ξεκίνησε το περίφημο «λαϊκό μέτωπο» όπως το ονόμασε η δεξιά, που είχαν συνεργαστεί αριστεροί και κεντρώοι σε ένα ενιαίο κόμμα. Όμως στις εκλογές βίας και νοθείας εγώ νομίζω ότι ο Καραμανλής δεν είχε άμεση συμμετοχή. Ήταν σαφώς μια κίνηση του υπερκράτους και του παρακράτους προκειμένου να αποτρέψουν, την Ένωση Κέντρου να έρθει στην εξουσία. Από κει αρχίζουν και αλλάζουν λίγο και τα δεδομένα. Μέχρι και το ’61 το υπερκράτος, δηλαδή ανάκτορα, στρατός και Αμερικάνοι θέλανε να είναι ο Καραμανλής στην εξουσία. Επομένως δεν νομίζω ούτε χρειαζόταν να τον ρωτήσουν. Ούτε και ήξερε, ούτε και τον ρώτησαν.

Μετά το ’61 όμως, αλλάζει λίγο και η αμερικάνικη πολιτική. Θεώρησαν ότι έπρεπε να εκτονωθεί λίγο η κατάσταση. Δηλαδή φοβήθηκαν μετά το ’61 ότι μπορεί να πάμε σε ακραίες καταστάσεις, γι αυτό και συνέπραξαν στο να έρθει και η Ένωση Κέντρου στην εξουσία. Βέβαια το 1963 η δολοφονία Λαμπράκη ήταν ένα γεγονός το οποίο στρέφεται και εναντίον του Καραμανλή, αν και εγώ προσωπικά πιστεύω από τα στοιχεία τότε αλλά και μετέπειτα ότι η δολοφονία απέβλεπε στο να δώσει αφορμή στη χούντα του Παπαδόπουλου για να εκδηλωθεί. Αυτό γιατί περίμεναν ότι μετά την δολοφονία θα υπήρχε ένα μεγάλο ξέσπασμα, θα υπήρχε μία επανάσταση των αριστερών, επομένως θα έπρεπε κάποιος να παρέμβει για να την αντιμετωπίσει.

Ευτυχώς τότε η ηγεσία της ΕΔΑ, παρά τις προτροπές της ηγεσίας του ΚΚΕ που βρισκόταν στην Σοβιετική Ένωση ότι υπάρχει κενό εξουσίας και είναι ώρα να υπάρξει ένας νέος γύρος, αντιμετώπισαν υπεύθυνα, με νηφαλιότητα και σοβαρότητα το πρόβλημα. Έγινε μία κηδεία στην οποία συμμετείχαν 25.000 και πλέον άτομα, χωρίς να ανοίξει μύτη. Ήταν μία ειρηνική πορεία, όσο ειρηνική άξιζε σε έναν αγωνιστή της ειρήνης και δεν δόθηκε αφορμή.

Όμως είχε πολιτικές συνέπειες διότι, να θυμίσω ότι ο Λαμπράκης είχε γίνει στόχος και διότι ηγείτο του κινήματος ειρήνης, το οποίο θεωρείτο τότε ως κατευθυνόμενο από την Σοβιετική Ένωση. Ζούμε την εποχή ακόμη του μεγάλου ανταγωνισμού των εξοπλισμών τον οποίο οδηγούσε η Αμερική για 2 λόγους: από την μια μεριά για να γονατίσει οικονομικά την Σοβιετική Ένωση και από την άλλη να πλουτίσει με τα όπλα τα οποία παραχωρούσε σε όλους τους σύμμαχους. Το παιχνίδι ήταν σαφές. Η Ρωσία όμως υποστήριζε τα κινήματα ειρήνης, διότι δεν ήθελε τον εξοπλισμό.

Ο δεύτερος λόγος στοχοποίησης είναι ότι είχε ενοχλήσει την Φρειδερίκη. Η Φρειδερίκη είχε πάει στο Λονδίνο για κάποιες τελετές κλπ και είχε επιχειρήσει η Μπέτυ Αμπατιέλου, αγγλίδα και σύζυγος ενός ηγέτη του ΚΚΕ, του Αντώνη Αμπατιέλο, να την δει προκειμένου να διεκδικήσει την αποφυλάκισή του άντρα της. Δεν την δέχτηκε κι όταν βγήκε η Φρειδερίκη, φαίνεται την άρπαξε από τα μαλλιά και έγινε ένα επεισόδιο. Μετά πήγε ο Λαμπράκης στο Λονδίνο και επιχείρησε κι αυτός να δει την Φρειδερίκη. Δεν του επετράπη και εν πάση περιπτώσει ακούστηκε να λέει η Φρειδερίκη «πότε θα γλιτώσουμε απ’ αυτόν;».

Μετά την δολοφονία του Λαμπράκη υπήρξε μία επίσημη πρόσκληση για την Φρειδερίκη να πάει στο Λονδίνο για κάποιες τελετές και επέμενε παρά τις αντιρρήσεις του Καραμανλή – δικαιολογημένες αντιρρήσεις, διότι υπήρχαν προηγούμενα επεισόδια και σκέφτηκε πολύ σωστά ο Καραμανλής ότι δεν χρειάζεται να έχουμε νέα επεισόδια καθώς δεν βλάπτουν μόνο την Φρειδερίκη, αλλά και την Ελλάδα. Η Φρειδερίκη όμως είχε ένα απωθημένο: Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα και έφυγαν οι βασιλείς να πάνε στο Κάιρο και μετά στο Γιοχάνεσμπουργκ, η Φρειδερίκη ήταν παντρεμένη με τον διάδοχο Παύλο. Κάποια στιγμή οι Εγγλέζοι είπαν ότι «δεν μπορεί να μένει η κυβέρνηση στη νότιο Αφρική, να έρθει στο Λονδίνο και ο βασιλιάς και η κυβέρνηση». Περίμενε ένα γράμμα τότε ο Εγγλέζος πρεσβευτής, ο οποίος συνόδευσε τον βασιλιά από την Αθήνα στο Μπάκιγχαμ. Το γράμμα έλεγε ότι επιθυμεί να έρθει και ο διάδοχος με την Φρειδερίκη. Και απάντησε η επίσημη του Μπάκιγχαμ: «Η Φρειδερίκη δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως εγγονή του Κάιζερ. Δεν μπορούμε να βρισκόμαστε σε πόλεμο με την Γερμανία και να δεχτούμε εδώ την εγγονή του Κάιζερ». Κι έτσι έμεινε μέχρι την απελευθέρωση στο Γιοχάνεσμπουργκ όπου αναπτύχθηκαν και οι περίεργες σχέσεις με τον στρατηγό Γιασμάτς. Έτσι λοιπόν επειδή ήταν η μόνη επίσημη πρόσκληση ήταν αποφασισμένη με κάθε τρόπο να πάει και ήρθε η σύγκρουση και η παραίτηση του Καραμανλή.

Σ.Κ.: Άρα υπήρχε σχέδιο;

Γ.Ρ.: Η πρώτη ανακοίνωση έλεγε ότι ήταν «τροχαίο». Μα είναι χαρακτηριστικό ότι το βράδυ εκείνο που εγώ ήμουν στην Αθήνα πριν πάω την επόμενη στη Θεσσαλονίκη, ο Παναγιώτης ο Κανελλόπουλος, αντιπρόεδρος σε μία δήλωση είπε «ναι, η αστυνομία λέει ότι είναι τροχαίο, μα δεν το λέω εγώ, το λέει η αστυνομία». Δηλαδή ακόμη κι ο Κανελλόπουλος από την πρώτη στιγμή δεν ήταν βέβαιος. Όλοι προσπάθησαν να υποστηρίξουν ότι ήθελαν να τον «στραπατσάρουν» - η επόμενη θεωρία. Αλλά ξέρεις αυτά ήταν λίγο αφελή πράγματα. Διότι όταν στέλνεις κάποιον με ένα τρίκυκλο να τον χτυπήσει και έναν άλλον με ένα ρόπαλο να τον χτυπήσει στο κεφάλι μπορεί το «στραπατσάρισμα» να οδηγήσει σε θάνατο. Από κει και πέρα λοιπόν νομίζω ότι αν ήθελε ένα «στραπατσάρισμα» μπορούσε να γίνει: να θυμίσω ότι πριν όταν ο Λαμπράκης έφυγε από το ξενοδοχείο το Κοσμοπολίτ να πάει στην αίθουσα, που είναι πολύ λίγα μέτρα, τον χτύπησαν. Θα μπορούσε το στραπατσάρισμα να είναι χτύπημα, δηλαδή να του δώσουν ένα μάθημα όπως θα λέγαμε, με κάποιες γροθιές. Αλλά όταν στέλνεις κάποιον με ένα τρίκυκλο να τον χτυπήσει και κάποιον με ένα ρόπαλο να τον χτυπήσει ξανά, νομίζω ότι είναι πολύ τραβηγμένο να λέμε ότι ήταν στόχος το στραπατσάρισμα. Εγώ πιστεύω ότι ήθελαν την δολοφονία και να την αξιοποιήσουν στην περίπτωση που οι αντιδράσεις που ήταν πιθανές – δολοφονούν έναν βουλευτή εξάλλου – έβγαζαν όλο τον πολιτικό κόσμο στον δρόμο για να διαδηλώσει, να υπάρξουν συγκρούσεις με την αστυνομία, κάποιοι νεκροί και μετά τα τανκς.

Σ.Κ.: Άρα αυτό που δεν πέτυχαν τότε το έκαναν αργότερα...

Γ.Ρ.: Ναι, μα είναι τυχαίο ότι ο Ζαλαχώρης ο οποίος είχε δύο διευθύνσεις στο ΓΕΣ, έβγαλε την επομένη μία γενική διαταγή για όλο τον στρατό που έλεγε «καλά του κάνανε του αριστερού οι κομμουνιστές, καλά του κάνανε»; Ο Ζαλαχώρης λοιπόν βρέθηκε στρατοδίκης στο ΑΣΠΙΔΑ. Δηλαδή αφού απέτυχαν εκεί, δημιουργήθηκε η συνομωσία του ΑΣΠΙΔΑ με όλες τις συνέπειες οι οποίες είναι γνωστές.

Σ.Κ.: Έτσι ξεκίνησε ο ΑΣΠΙΔΑ;

Γ.Ρ.: Α βέβαια είναι σαφέστατο. Μπορεί να υπήρξε κάποιος πυρήνας, άσχετος όμως με αυτό που ήταν ο Γρίβας και οι άλλοι. Από πού να ξεκίνησε; Ξεχνάμε ότι στην Κύπρο όλοι χουντικοί ήταν; Από κει ξεκίνησε ο ΑΣΠΙΔΑ. Και γιατί έβαλαν τον Παπανδρέου μέσα; Ο ΑΣΠΙΔΑ λειτούργησε μετά, γιατί; Διότι μετά από 100 μέρες δίκη όλοι οι δημοκρατικοί στρατιωτικοί βρέθηκαν εκτός στρατού. Καθάρισε ο ΑΣΠΙΔΑ. Πέραν ότι δημιούργησε πολιτικό πρόβλημα στον Παπανδρέου, καθάρισε τον στρατό από τα υπολείμματα των δημοκρατικών αξιωματικών. Και είναι τυχαίο ότι όταν η χούντα επικράτησε οι πρώτες πράξεις ήταν να αποφυλακίσει τον Γκοτζαμάνη και τον Εμμανουηλίδη και να βάλει στην φυλακή τον Σαρτζετάκη; Είναι τυχαίο ότι ο Κόλλιας, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου τότε, ο οποίος παρενέβη για να περιορίσει την ανάκριση σε τραυματισμό έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της χούντας; Είναι αλληλένδετα όλα αυτά. Αυτές δεν είναι ενδείξεις, είναι αποδείξεις από πολιτικής πλευράς.

Σ.Κ.: Και το τρίκυκλο;

Γ.Ρ.: Το τρίκυκλο ήταν τρίκυκλο της χούντας. Αυτή είναι η άποψη μου.

Σ.Κ.: Άρα ήταν και οι μυστικές υπηρεσίες μπλεγμένες;

Γ.Ρ.: Βέβαια. Να θυμίσω ότι η ΚΥΠ ήταν απόλυτα εναρμονισμένη και συγχρονισμένη με την CIA και ο Παπαδόπουλος υπηρέτησε κι αυτός στην ΚΥΠ και υπάρχουν φωτογραφίες να κυνηγάνε αγριογούρουνα ο Παπαδόπουλος με τους πράκτορες της CIA. Ήταν παρόντες συνέχεια καθοδηγητές της CIA.

Σ.Κ.: Πως ήταν το κλίμα την επόμενη ημέρα που ανεβαίνετε στη Θεσσαλονίκη;

Γ.Ρ.: Υπήρχε τρομοκρατία. Η αστυνομία τήρησε την μαφιόζικη ομερτά και αρνήθηκε να συμπράξει στην ανάκριση και να βοηθήσει. Από την άλλη μεριά ιδιαίτερα εμάς τους δημοσιογράφους, αυτούς που ερευνούσαν την αλήθεια, μας είχαν και αυτοί και οι παρακρατικοί με συνεχείς απειλές. Παρακολουθούσαν τα πάντα, πίσω μας πάντοτε υπήρχαν κάποιοι που παρακολουθούσαν. Βεβαίως δεν τόλμησαν ποτέ να μας κακοποιήσουν, αλλά αυτό πιστεύω όχι για άλλο λόγο, αλλά για να μην στραφεί σε βάρος τους, επιβεβαιώνοντας ότι είναι πίσω αυτοί. Όχι γιατί ήθελαν να μας προστατεύσουν. Άλλωστε ο Ράλλης μας χαρακτήρισε, αλλά και ο Καραμανλής, σε ένα μικρό σημείωμα που έχει κάνει και είναι σ’ αυτά τα αρχεία που έχουν δημοσιευτεί, «δημοσιογράφους ντετέκτιβ». Αφού δεν υπήρχε αστυνομία, αρνήθηκε επίσημα, είπε ότι από την ώρα που κατηγορούμαστε κι εμείς δεν έχουμε λόγο να συμπράξουμε.

Δηλαδή ό,τι βγήκε στο ανακριτικό υλικό, βγήκε κυρίως από εμάς τους 3 δημοσιογράφους. Πολύ υλικό και υπήρξαν και περιπτώσεις όπου λειτουργήσαμε σε βάρος της δημοσιογραφίας, με ποια έννοια: υπήρξαν κάποια σοβαρά στοιχεία τα οποία τα δίναμε στον ανακριτή και δεν τα βγάζαμε πριν τα αξιοποιήσει. Γιατί θεωρούσαμε ότι ήταν μια πολύ μεγάλη υπόθεση από πολιτικής πλευράς. Και πράγματα αν θελήσουμε να εκτιμήσουμε τις πολιτικές επιπτώσεις αυτού του γεγονότος, πέρα από την παραίτηση του Καραμανλή ήταν ότι σε συνδυασμό και με τη βία και νοθεία υπήρξε μία απελευθέρωση του ελληνικού λαού.

Το υπερκράτος και το παρακράτος είχε δημιουργήσει ένα κλίμα φοβίας. Ο κόσμος δεν μιλούσε ελεύθερα, δεν κινείτο ελεύθερα, ιδιαίτερα στα χωριά. Στα χωριά ήταν πολύ σοβαρό το πρόβλημα, ακόμη και την εποχή του ’60 κι εκείνοι οι οποίοι συνέβαλαν κάπως στο να αλλάξει το κλίμα στα χωριά ήταν οι ετεροδημότες. Γιατί, άλλωστε, άργησε να εφαρμοστεί το σύστημα εδώ, να ψηφίζουν στον τόπο κατοικίας; Διότι οι ετεροδημότες προερχόμενοι από αστικά κέντρα ήταν πολύ πιο δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι. Όταν πήγαιναν λοιπόν στο χωριό 2-3 μέρες πριν από τις εκλογές, πείθανε και κάποιους άλλους και γι αυτό άρχισε σιγά σιγά – ενώ τα πρώτα χρόνια βλέπαμε σε περιφέρειες να ψηφίζεται η δεξιά κλπ άρχισαν να έρχονται τα πρώτα μηνύματα ότι ξυπνάει και η επαρχία. Την επαρχία θα την ξυπνούσαν οι ετεροδημότες οι οποίοι πηγαίνανε στα χωριά τους.

Λοιπόν έγινε μία απελευθέρωση του κόσμου μετά την δολοφονία του Λαμπράκη σε συνδυασμό και με το ’61, και γι αυτό φτάσαμε τον Νοέμβρη του ’63, τόσο γρήγορα να έρθει και η Ένωση Κέντρου πρώτο κόμμα. Αυτή ήταν μία μεγάλη ανατροπή μέχρι που φτάσαμε στο ‘64. Αν δεν υπήρχε και η δολοφονία του Λαμπράκη δεν είναι βέβαιο ότι θα γινόταν και αυτή η ανατροπή. Ανεξάρτητα και από την αποστασία, εγώ στέκομαι στην μεγάλη πλειοψηφία που πήγανε στην Ένωση Κέντρου το ’63-’64. Αυτή είναι μια μεγάλη πολιτική ανατροπή κοινωνικοπολιτική. Δηλαδή οριστικοποίησε το τέλος του παρακράτους αυτή η ανατροπή. Δεν έθεσε τέλος και στο υπερκράτος όμως, και έτσι φτάσαμε στα Ιουλιανά. Το μεν παρακράτος κάπου εξουδετερώθηκε και ο κόσμος ψήφιζε ελεύθερα, δεν φοβότανε, αλλά το υπερκράτος παρέμεινε και φτάσαμε στα Ιουλιανά με την δικτατορία.

Σ.Κ.: Και με την δικτατορία η εξουσία περνά στο παρακράτος;

Γ.Ρ.: Βέβαια. Το παρακράτος παίρνει την εξουσία και δεν είχε λόγο να εξουδετερώσει το υπερκράτος, δηλαδή τα ανάκτορα στην πρώτη φάση μια χαρά τα πήγαν. Με αυτά που έκανε όμως ο Κωνσταντίνος δεν θα υπήρχε πρόβλημα αλλά δεν θα είχε και δύναμη. Ουσιαστικά την εξουσία ανέλαβε το παρακράτος που έφερε την δικτατορία.

Σ.Κ.: Και ο Γιοσμάς που κατηγορήθηκε για ηθική αυτουργία πήρε σύνταξη αντιστασιακού;

Γ.Ρ.: Ε βέβαια.

Σ.Κ.: Εσείς σε αυτή την ντετεκτιβίστικη δουλειά πως βρίσκετε το υλικό και τα αρχεία;

Γ.Ρ.: Καταρχήν έμεινα περίπου 2 μήνες εκεί. Μετά τον πρώτο καιρό άρχιζα να γνωρίζομαι με πρόσωπα, κυρίως των δημοκρατικών παρατάξεων. Μέσα από κει κάποιος μου είπε ξέρω ποιος είναι ο εδώ διευθυντής του γραφείου, ο οποίος έχει αρχίσει και μετανιώνει.

Σ.Κ.: Του γραφείου της Υπηρεσίας;

Γ.Ρ.: Είναι το παράρτημα της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Γωγούση που είχε την εποπτεία των παρακρατικών οργανώσεων Βορείου Ελλάδος και τον συνάντησα. Τον έπεισα. Τον ανάγκασα; Τον έπεισα; Δεν θα αποκαλύψω τα πάντα! Μάλιστα τότε με είχε πάρει το γραφείο του Καραμανλή και μου πρόσφερε ένα πολύ σημαντικό ποσό για να μην τα δημοσιεύσω. Τότε όμως εμείς δεν δουλεύαμε για τα λεφτά αλλά για την ιδέα και όχι τον ΙΔΕΑ!

Τα στοιχεία τα χρησιμοποίησε τότε και ο Γ. Παπανδρέου στη βουλή. Έτσι έφτασα σ’ αυτά τα πραγματικά αποκαλυπτικά στοιχεία που έδειχναν και την ίδια την οργάνωση αλλά και πως αυτή είχε συγκροτηθεί και από που έβρισκε χρήματα. Δεν είχε μείνει τίποτα κρυφό από αυτές τις παρακρατικές οργανώσεις, ποιος τις οργάνωνε, ποιος τις πλήρωνε, ποιος τις κατηύθυνε και ποιος ήταν ο ρόλος του. Δεν βρέθηκαν τυχαία εκεί οι δύο πρωταγωνιστές, έχοντας και ταυτότητες της αστυνομίες. Ο Γκοτζαμάνης είχε ταυτότητα θεωρημένη από την αστυνομία.

Σ.Κ.: Η ταυτότητα παίζει ρόλο; Γίνεται η αφορμή για την έρευνα.

Γ.Ρ.: Ήταν η ταυτότητα. Και η ταυτότητα μας οδήγησε στον Γιοσμά και ο Γιοσμάς μας οδήγησε παραπέρα.

Σ.Κ.: Την ταυτότητα πως την βρήκατε;

Γ.Ρ.: Την βρήκαμε! Ήταν μία δύσκολη ιστορία και μας βοήθησε πολύς κόσμος. Την ταυτότητα τη βρίσκουμε από φίλους του. Λοιπόν κοίταξε μετά τις πρώτες έρευνες και τα πρώτα δημοσιεύματα υπήρξαν πολλοί που μας βοήθησαν, ανώνυμοι πολίτες δημοκρατικοί. Απλός λαός που γνώριζε για αυτούς, κατοικούσαν δίπλα και τα λοιπά και έτσι μας έδωσαν αρκετές πληροφορίες και στοιχεία. Δηλαδή πέρα της δικής μας έρευνας, ήρθαν και από μόνοι τους κάποιοι και μας δίναν στοιχεία. Γενικά η δολοφονία είχε ενοχλήσει ακόμα και μη αριστερούς δημοκρατικούς γιατί για άλλη μια φορά η Θεσσαλονίκη γινόταν η πόλις των πολιτικών δολοφονιών - πολλές πολιτικές δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη.

Σ.Κ.: Είχατε μάλιστα συναντηθεί και με τον Γιοσμά;  

Γ. Ρ.: Είδα τον Γιοσμά, ο οποίος βέβαια μου είπε ότι ήταν δημοσιογράφος. Λέω «τι δημοσιογράφος;» «Βγάζω εφημερίδα». Εν τω μεταξύ εγώ ήξερα για τον Γκοτζαμάνη και την ταυτότητα. Λέω «μα δημοσιογράφος; Εσύ είσαι και πρόεδρος μια οργάνωσης. Ο Γκοτζαμάνης;» Λέει «ο Γκοτζαμάνης, εντάξει είναι ένας μέθυσος, δεν είναι…» «Τι μέθυσος; Αφού του έχεις δώσει ταυτότητα. Τι μέθυσος είναι;» «Εντάξει» λέει «εγώ ήμουνα στη συγκέντρωση αλλά δεν αναμείχθηκα. Δεν ξέρω μπορεί όλα αυτά να τα κάνανε, εν αγνοία μου, εγώ δεν αποκλείω τίποτα, μπορεί να ήταν εν αγνοία μου, εγώ δεν μετείχα. Τον Εμμανουηλίδη» λέει «εγώ δεν τον ξέρω, δεν τον έχω ακούσει ακόμη» λέει μάλιστα μου είπε ότι «είχα διαφωνήσει και για τη συμμετοχή μας για τα μέτρα προστασίας του Ντεγκόλ. Δεν θέλω λέει μεγάλη ανάμειξη εγώ με την αστυνομία». «Μα δε συνεργάζεσαι;», ρωτάω. «Βεβαίως συνεργάζομαι». «Μα δεν χρηματοδοτείσαι;» «Ε μα τι να χρηματοδοτούμαι από την αστυνομία;» «Όχι», λέω «από αλλού;» «Ε μα» λέει «πως θα επιβιώσουμε ως οργάνωση; Αφού προσφέρουμε στο έθνος δεν πρέπει και εμάς να, δεν πρέπει να μας καλύψει τις δαπάνες μας; Αφού προσφέρουμε, εμείς για το έθνος αγωνιζόμαστε». Αυτοί ήταν «οι αγωνιστές». Αλλά βεβαίως από την  ώρα που είχαν την προστασία της αστυνομίας. Ο στρατηγός Μήτσου πήγε στην πρωτοχρονιάτικη πίτα του Γιοσμά! Τα είπε ο καημένος ο Δελλαπόρτας, ποιοι ήταν αυτοί. Μα ποιοι άλλοι θα πηγαίνανε για να παίξουνε αυτό το βρώμικο παιχνίδι που παίζανε, ποιοι θα πηγαίνανε;   

Σ.Κ.: Και έτσι απλά πήγατε και του χτυπήσατε την πόρτα;

Γ.Ρ.: Ναι. Πήγα μια μέρα, μια μέρα αφού ρώτησα γύρω που είναι το σπίτι, χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε. Πρέπει να πω ότι το δέχτηκε φιλικά. Μα ο Γιοσμάς δεν είχε κα νένα ενδοιασμό για ότι έκανε. Δεν είχε λόγο να κρυφτεί, ως προς την οργάνωση. Ήταν περήφανος. Με περηφάνια μάλιστα έλεγε ότι «εγώ έκανα αυτή την οργάνωση, βοηθάμε την αστυνομία, αλλά δεν ξέρω τώρα σε αυτή την περίπτωση τι υπήρξε, εγώ δεν ρωτήθηκα, δεν συνέπραξα. Εγώ πήγα...». «Μα λέω τι πήγες, πως έτσι;» Μάλιστα του λέω αφού γίνεται αντισυγκέτρωση πως πέρασες από κει; «Ναι λέει πέρασα, δηλαδή από περιέργεια». Λέω δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά». «Ε πως; γιατί δεν με πιστεύεις;»

Σ.Κ.: Μιλήσατε ποτέ με τον Καραμανλή σχετικά με το «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο»;

Γ.Ρ.: Αυτό δεν ήταν ακριβώς συνομιλία με τον Καραμανλή. Ήταν μια συνομιλία που είχε ο Καραμανλής, με τον αρχηγό της ΚΥΠ, ο οποίος του είπε ποιος κυβερνά επιτέλους αυτόν τον τόπο; Εγώ απλά την είχα αποκαλύψει. Διότι μετά τα επόμενα χρόνια που συνάντησα τον Καραμανλή πλέον και ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν ήμουν γενικός διευθυντής στην ΕΡΤ, είχαμε κάποιες κουβέντες.

Του εξήγησα ότι όταν το πρώτο βράδυ που του είπανε, μα δεν είναι τίποτα ένα τροχαίο, ένας απλός τραυματισμός είναι και μετά άρχισαν να βγαίνουν όλα αυτά που βγήκανε ένιωσε πια να τον έχουν κοροϊδέψει όλοι, να του έχουν κρύψει την αλήθεια. Διότι μετά από 2 μέρες πέθανε ο Λαμπράκης επομένως δεν ήταν όπως του είπαν ούτε ένας απλός τραυματισμός ούτε και ένα τροχαίο. Και κει άρχισαν οι αποκαλύψεις ότι κάθε άλλο παρά τροχαίο ήταν.

Ανεξάρτητα αν ήταν αυτό, διότι αυτό για να επανέλθω και στο στραπατσάρισμα, ακόμα και αυτό σημαίνει πρόθεση, σημαίνει οργάνωση, δεν ήταν τυχαίο. Δηλαδή ανασκευάστηκε και το τροχαίο. Αυτά είχαν ενοχλήσει και δικαιολογημένα τον Καραμανλή, ο οποίος ήταν αμέτοχος σε όλα αυτά. Δικαιολογημένα για να βάλει τις φωνές και να πει αυτό το περίφημο «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;».

Τελικά δεν ήταν ο μόνος που κυβερνούσε ο Καραμανλής και ήταν και το πρώτο πολιτικό θύμα θα έλεγα αυτής της ιστορίας. Το πρώτο πολιτικό θύμα της δολοφονίας Λαμπράκη ήταν ο Καραμανλής. Άλλωστε μετά την μεταπολίτευση έληξε. Δηλαδή μπορεί να μην ήταν απροκάλυπτα αλλά ήταν τόσο σαφής η αντιβασιλική τοποθέτηση του, για να βγει το δημοψήφισμα, όπως βγήκε.

Σ.Κ.: Ευχαριστούμε πολύ.
tvxs.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ξέρεται ότι: Το χαγιάτι στον ελλαδικό χώρο δεν είναι τούρκικο

Το άλογο κοιμάται όρθιο!