Αφιέρωμα στον Θόδωρο Αγγελόπουλο: Ένας δημιουργός και διαμορφωτής του Σύγχρονου Ελληνικού Κινηματογράφου
ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΤΙΤΛΟ (πλάνο σεκάνς)
Υπό τις συνθήκες μιας πολεμικής εναντίον του προδικτατορικού κινηματογράφου που χαρακτηρίστηκε συλλήβδην ο «Παλαιός Ελληνικός Κινηματογράφος και της απόρριψης του εμπορικού κινηματογράφου, έκαναν την εμφάνιση τους σκηνοθέτες που επιχείρησαν να υιοθετήσουν μια προσωπική γραφή και να αντιπαρατεθούν με τα στατικά στοιχεία της εμπορικής παραγωγής. Η εμφάνιση νέου κοινού που προέρχεται μέσα από ένα δυναμικό φοιτητικό κίνημα καθώς και από διανοούμενους που προέρχονταν από την ανάπτυξη των νέων επιστημόνων και τεχνολογιών, κοινό όπου επηρεάζεται από την μεγάλη κυκλοφορία εικόνων και μηνυμάτων που του παρείχε η παγκόσμια κινηματογραφία. Κάτω από αυτές τις τάσεις έχουμε και την ταινία «Αναπαράσταση»(1970) που σηματοδοτεί την εμφάνιση του κορυφαίου εκφραστή της στρουκτουραλιστικής στιγμής για τον ελληνικό κινηματογράφο, του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Έκανε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες εγκατέλειψε πριν πάρει το πτυχίο του. Το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας και στη συνέχεια μαθήματα κινηματογράφου στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC[1] και στο Musée de l' homme.
Η Ταινία «Αναπαράσταση» όπου θεωρείται πρωτοπόρα και σηματοδότησε την αυγή του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό, έχει επισημανθεί από την κριτική ότι:
«χρησιμοποιείται μία νέα αφετηρία με την οποία εγκαταλείπεται το κλασικό μοντέλο της εμπορικής παραγωγής…Σε αντίθεση με τον προηγούμενο τρόπο δημιουργίας εντυπώσεων ελληνικότητας, δεν γίνεται προσπάθεια για ανάπλαση ή εκμετάλλευση της πραγματικότητας, απλώς εγγράφονται οι κοινωνικές αντιθέσεις και επιχειρείται η παραβγεί μιας αληθινής εικόνας […] της ελληνικής υπαίθρου. Τέλος, δίνεται το έναυσμα για παραλληλισμούς ανάμεσα στην αντιπαράθεση της αποστεωμένης και κλειστοφοβικής μικρής κοινωνίας και της πολιτικής καταπίεσης που αιωρείται σε όλη την ελληνική κοινωνία».
Μία καταγραφή της δολοφονίας ενός ξενιτεμένου εργάτη που ξαναγυρίζει στο χωριό του και δολοφονείται από τη γυναίκα του και τον εραστή της. Η ταινία προχωρεί στην διερεύνηση των τριών αναπαραστάσεων: πρώτα της εκδοχής του ηθοποιού-σκηνοθέτη, μετά της εκδοχής της δικαστικής αναπαράστασης και, τέλος, αυτής τω δημοσιογράφων που παρακολουθούν τις ανακρίσεις. Και οι τρεις καταλήγουν σε αδιέξοδο: του σκηνοθέτη γιατί περιορίζεται στο να είναι η διαμεσολαβημένη ματιά στο γεγονός, των δημοσιογράφων γιατί παραμένουν στις εξωτερικές ερμηνείες των γεγονότων και, τέλος, του ανακριτή γιατί παραμένει με το δίλλημα του ποιος από τους δύο είναι πραγματικά ο ένοχος. Το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι ο Αγγελόπουλος έχει ουσιαστικά απορρίψει τη νεορεαλιστική προσέγγιση της καταγραφής. Έχει υιοθετήσει την μπρεχτική αντίληψη σύμφωνα με την οποία πρέπει να αρνηθούμε τη φυσικοποίηση της αναπαράστασης που προκαλεί η κινηματογράφηση σε φυσικό χρόνο και να αποδώσουμε στο μοντάζ τον κυρίαρχο ρόλο. Με αυτές τις τεχνικές , ο σκηνοθέτης, πρέπει να αποκαλύψει και να ανατρέψει τόσο τη ρεαλιστική καταγραφή όσο και την επιβολή ενός κυριαρχικού αφηγηματικού λόγου. Γι αυτό, σύμφωνα με τον Αγγελόπουλο «η ταινία αποτελεί μία πρόταση για διάλογο». Μέσα από την αναζήτηση μια άλλης κινηματογραφικής γλώσσας ο Αγγελόπουλος συγκεντρώνει στο σύνολο του έργου του, αλλά ειδικότερα από τον «Αναπαράσταση» μέχρι και τον «Μεγαλέξανδρο» πλείστα στοιχεία ανανέωσης. Η γλώσσα του δεν αποκόπτεται τελείως από την παράδοση του παγκόσμιου κλασικού κινηματογράφου. Περιφρονεί τον ΠΕΚ φανατικά, θα έλεγε κανείς, αναγνωρίζει όμως ως οδηγούς του τον Ιάπωνα Γιασουζίρο Όζου, τον Δανό Καρλ Ντράγκερ, τον Αμερικανό Όρσον Ουέλς. Όλοι αυτοί, κορυφαίοι δημιουργοί ενός κινηματογράφου τέχνης, ανήκουν στον κλασικό κινηματογράφο. Ο Αγγελόπουλος συνδυάζει τις γνώσεις που αποθησαύρισε μελετώντας το έργο των ιστορικών δημιουργών του κινηματογράφου με τα ευρήματα των δικών του αναζητήσεων. Η αφήγηση διατηρείται σταθερά στις ταινίες του και ακολουθεί μια χρονική διαδοχή. Είναι όμως ασυνεχής, με την έννοια ότι ορισμένα μέλλοντα γεγονότα προλέγονται ή επιλέγονται πριν από τη χρονική τους πραγμάτωση. Οι αλλαγές των χρόνων γίνονται εκτός της σειράς τους. Μερικές φορές μάλιστα αυτό συμβαίνει χωρίς να μεσολαβεί αλλαγή χώρου, μέσα στο ίδιο πλάνο.
Ο Αγγελόπουλος εκμεταλλεύεται τον εξωφιλμικό χώρο, αυτόν δηλαδή που δεν φαίνεται μέσα στις προβαλλόμενες εικόνες, δεν παύει όμως νοητά να υπάρχει έξω από αυτές. Από τον χώρο αυτό έρχονται ήχοι, θόρυβοι, ομιλίες, υπονοούμενα , συμβαίνοντα. Οι νεκροί χρόνοι, δηλαδή οι περίοδοι εκείνες της αφήγησης κατά τις οποίες δεν συμβαίνει τίποτε ορατό, το ιδιαίτερο ή το εντυπωσιακό, δεν εξοβελίζονται από τη αφήγηση. Περιλαμβάνονται ως ενδείξεις της ενότητας του φυσικού χρόνου, ο οποίος και στην πραγματικότητα δεν είναι πάντοτε και διαρκώς ενεργός. Περιλαμβάνονται όμως και ως διαστήματα σκέψης και προβληματισμού του θεατή.
Ένα πλάνο συνήθως περικλείει όσο λέγονται και γίνονται σε μια σκηνή κάθε ταινίας. Το πλάνο-ενότητα αποτελεί μια εξαίρεση, γιατί περιλαμβάνει περισσότερες από μια σκηνές. Δίνει έτσι την εντύπωση μιας συνοχής των λόγων και των πράξεων που εναλλάσσονται χωρίς κάποια διακοπή να επισυμβαίνει. Ο Αγγελόπουλος χρησιμοποιεί συχνά αυτό το γλωσσικό στιλιστικό στοιχείο στις ταινίες του.
Η κίνηση ή η στάση της κάμερας παρουσιάζουν μια ελευθερία καινοφανή για τον ελληνικό κινηματογράφο. Το ταξί της «travelling» προς τα εμπρός ( ή σπανιότερα) προς τα πίσω διευκολύνει το γύρισμα ενός πλάνου-ενότητας, τη ενσωμάτωση των νεκρών χρόνων, και την οριοθέτηση ή ανεύρεση του εξωφιλμικού χώρου. Η στάση της κάμερας αντίκρυ στο σκηνικό, μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται τα φιλμικά δρώμενα δίνουν στον Αγγελόπουλο τη δυνατότητα να δώσει στον θεατή την αίσθηση της θεατρικότητας. Όλα συμβαίνουν, θαρρείς πάνω σε μια θεατρική σκηνή και ο θεατής καθισμένος στην αναγκαία απόσταση παρακολουθεί, αντιμέτωπος με τη κάμερα, με τα φιλμικά δρώμενα πάνω στη νοητή σκηνή, στα παρασκήνια, στη πλατεία ενός υποτιθέμενου θεάτρου. Χωρίς η προσοχή του να διασπάται από κινήσεις μέσα σε ανοιχτούς χώρους.
Μετά την «Αναπαράσταση» ο Αγγελόπουλος γυρίζει τις «Μέρες του ΄36»(1972), ταινία που αποτελεί το πρώτο μέρος της πολιτικής του τριλογίας. Ταινία αλληγορική για τη δικτατορία και τον εγκλεισμό που αν και τοποθετείται στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά κάνει σαφείς παραλληλισμούς για το αυταρχικό καθεστώς των συνταγματαρχών.
Η ταξηκότητα της ελληνικής κοινωνίας κατά την περίοδο 1944-1974, οι ιστορικές αντιθέσεις μεταξύ των στρωμάτων και των τάξεων που την αποτελούν, οι συγκρούσεις των κατοχικών δυνάμεων με τις δυνάμεις της Αντίστασης του ελληνικού λαού, οι αιχμηρές προεκτάσεις στη μετεμφυλιακή εποχή λαό στη περίοδο της δικτατορίας εμφανίζονται στις ταινίες του ΝΕΚ
Η κινηματογραφική έκφραση της νεωτερικότητας την περίοδο 1974-1981 στη Ελλάδα μετεωρίζεται ανάμεσα στους δύο τύπους τον Ανατολικό ( σύγκρουση ανάμεσα στην παράδοση και τον εκσυγχρονισμό και μεταξύ της θρησκείας και των πολιτικών ιδεολογιών)και το Δυτικό ( διερεύνηση της αμφισβήτησης του βιωμένου κόσμου της αστικής τάξης). Την περίοδο αυτή κυριαρχεί η προβολή του πολιτικού στοιχείου. Οι Έλληνες σκηνοθέτες στρέφονται στη θεματολογία της πρόσφατης ιστορίας, ως πεδίου όπου βιώνεται η σύγκρουση μεταξύ μιας αυτοχθόνιας παράδοσης ηττημένης ανταρσίας και της επιβολής ενός καταπιεστικού εκσυγχρονισμού. Παράλληλα έλκονται από τη θεματολογία της αμφισβήτησης του αστικού βιωμένου κόσμου και τον υφέρποντα αντιοπτικοκεντρισμό του στρουκτουραλισμού. Μυθοποιούν την πρόσφατη ιστορία και απορρίπτουν τη μυθοπλασία. Αυτή η παρατήρηση ισχύει τόσο για τον «Θίασο» όσο και τον «Μεγαλέξανδρο»του Αγγελόπουλου .
Ο «Θίασος» (1974-1975)ερμηνεύει την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο υπό το πρίσμα της διάσωσης της αριστεράς- οπτική που είχε αποκτήσει ιδιαίτερη απήχηση στο ριζοσπαστικοποιημένο χώρο της αντιπολιτευτικής κοινής γνώμης στην ύστερη περίοδο της δικτατορίας. Σε ότι αφορά την τεχνική, θα πρέπει να τονίσουμε τη διαμόρφωση μιας διαλεκτικής στο μοντάζ που συνδυάζεται με πλαν σεκάνς. Η ταινία αρχίζει με κίνηση της μηχανής 9dolly backwards) το 1952, που αποκαλύπτει τους δρόμους του Αιγίου και μετά, με αντίθετη κίνηση ( dolly forward), επανέρχεται στο χώρο, το 1938, στην περίοδο της μεταξικής δικτατορίας. Στα δεκατέσσερα αυτά χρόνια , μέσα από την περιπλάνηση του θιάσου, περνάμε στη σκηνή της ελληνικής ιστορίας από τη μεταξική δικτατορία στη Κατοχή, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του Παπάγου.
Ο «Μεγαλέξανδρος» (1980) χρησιμοποιεί το ιστορικό γεγονός της σφαγής του Δήλεσι, με τέτοιο τρόπο, που θέτει εκ νέου τα προβλήματα των εσωτερικών συγκρούσεων στη περίοδο της Αντίστασης και του Εμφυλίου αλλά και καλεί το θεατή να διαμορφώσει τη δική του ερμηνεία σε διλλήματα που είχαν ζωτική σημασία για τις τότε διεργασίες στα πλαίσια του ΠΑΣΟΚ και των δύο κομμουνιστικών κομμάτων.
Η ταινία «Οι κυνηγοί» (1977) είναι πιο κοντά στη δυτική θεματολογία, όπου εδώ ισχύει τόσο η απόρριψη της μυθοπλασίας όσο και το αντίστοιχο έλλειμμα στη λογοτεχνική παράδοση. Εδώ σε αυτή την ταινία ο Αγγελόπουλος μεταπλάθει πολλά στοιχεία από τον Μπουνυέλ.
Την περίοδο 1989-2000 η κρίση της πολιτικής και η πρόκληση των εκδοτών συνδυάζεται και με την αδυναμία του νεωτερικού παραδείγματος, που είχε καταστεί κυρίαρχο στον χώρο του κινηματογράφου, να επηρεάσει το ευρύτερο πεδίο της σηματοδότησης. Τα διλήμματα και τα αδιέξοδα της μεταπολίτευσης αποτυπώνονται σε μια σειρά ταινιών με επίκεντρο τη θεματική του ταξιδιού και της επιστροφής που χρησιμοποιεί και ο Αγγελόπουλος στην ταινία του «Ταξίδι στα Κύθηρα» (1984). Η μεταπήδηση από τη σκηνή της ιστορίας στη διερεύνηση της αστικής συνείδησης, αποτυπώνεται στην ταινία «Ο θάνατος του Μελισσοκόμου» (1986) και η διαπάλη για τη συγκρότηση της εθνική ταυτότητας ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και τη βαλκανική, καθώς και η κριτική του εθνικισμού αποτυπώνονται στη τριλογία των συνόρων, του Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», «Το βλέμμα του Οδυσσέα»(1995), «Μια αιωνιότητα και μια μέρα»(1998).
Το 2004 γυρίζει την ταινία «Το λιβάδι που δακρύζει» με θεματική το ταξίδι, τον γυρισμό και τις επιπτώσεις του εμφυλίου.
Μια ομάδα ξεριζωμένων Ελλήνων της Οδησσού φτάνει σε ένα βαλτότοπο της Ελλάδας που ορίζεται ένα ποτάμι που τον διασχίζει. Οι πρόσφυγες στεριώνουν εκεί έναν οικισμό προσπαθώντας να ξανακτίσουν τη ζωή τους. Μια οικογένεια κυριαρχεί. Ο πατέρας αυστηρός και πείσμων, μετά το θάνατο της γυναίκας του θα θελήσει να παντρευτεί την Ελένη, ένα κοριτσάκι που μεγάλωσε στο σπίτι του αφού το είχαν περιμαζέψει στο φευγιό τους μέσα στο χαμό του διωγμού.
Ο γάμος δεν θα γίνει ποτέ και η Ελένη το σκάει με το γιο του που αγαπιούνται από παιδιά
Η περιπλάνηση των δύο νέων στην Ελλάδα, με την προστασία μιας ομάδας μουσικών, μετατρέπεται σε μια τραγική ιστορία. Η ταραγμένη πολιτική σκηνή οδηγεί τους νέους να αντιμετωπίσουν μια σειρά από γεγονότα που σημαδεύουν οριστικά τη ζωή τους. Μη μπορώντας να στεριώσουν πουθενά, κουβαλώντας την κατάρα του πατέρα για την προδοσία, ο νέος θα αναγκαστεί να φύγει στην Αμερική σε αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρα. Η Ελένη, μόνη της πλέον θα βιώσει τη φρίκη του πολέμου και του εμφύλιου, χάνοντας και τα δυο της παιδιά. Μετά από διαδοχικές φυλακίσεις για αντιστασιακή δράση θα εξοριστεί από την πατρίδα που νόμισε ότι είχε βρει φτάνοντας μια μέρα μικρό παιδάκι στην Ελλάδα.
Το 2008 γυρίζει την ταινία «Η Σκόνη του Χρόνου» χρησιμοποιώντας και εδώ τη ιστορία, χρονικές μεταβάσεις με κεντρικό πρόσωπο την Ελένη, ίσως όχι τυχαία το όνομα αυτό ( μια Ελένη και αιτία την αγάπη, κατά τον μύθο, φταίει για όλα τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στην Ελλάδα ή από την άλλη δεν φταίει αυτή, έτσι ήταν η μοίρα).
O Α, Αμερικανός σκηνοθέτης ελληνικής καταγωγής, γυρίζει μια ταινία πάνω στην ιστορία του και την ιστορία των γονιών του. Μια ιστορία που εξελίσσεται στην Ιταλία, την Γερμανία, την Ρωσία, το Καζακστάν, τον Καναδά και τις Η.Π.Α. Κεντρικό πρόσωπο, η Ελένη, που διεκδικείται και διεκδικεί το απόλυτο της αγάπης. Ταυτόχρονα, ένα μακρύ ταξίδι, στην μεγάλη Ιστορία και στα γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. Τα πρόσωπα της ταινίας κινούνται σαν σε όνειρο, η σκόνη του χρόνου μπερδεύει τις μνήμες. Ο Α τις αναζητά και τις ζει στο παρόν.
Γύρω από την προβληματική τι είναι «εθνικός κινηματογράφος», ο Αγγελόπουλος είπε: εγώ πιστεύω ότι όλοι θέλουμε να κάνουμε κινηματογράφο που να είναι λαϊκός με την εξής έννοια: να χρησιμοποιεί ότι έχει ως παράδοση και ιστορία αυτός ο χώρος. Και από την άλλη πλευρά, λαϊκός με την έννοια της ανταπόκρισης. Το θέμα είναι να προσπαθήσουμε να ενημερώσουμε τον κόσμο που ζει, αναγκαστικά, σε μια σύγχυση για το τι είναι αλήθεια και τι όχι, και ότι αυτές τις ταινίες αξίζει να δει και εκείνες όχι. Γιατί αυτές οι ταινίες δουλεύουν πάνω στο εποικοδόμημα του, δεν τον θεωρούν παθητικό καταναλωτή, αλλά συμμετέχοντα άνθρωπο…»Εθνικός κινηματογράφος» μπορεί να ονομαστή ο κινηματογράφος που έχει κοινά χαρακτηριστικά, όπως ήταν, ας πούμε ο νεορεαλιστικός στην Ιταλία… μπορεί να αποτελείται από διάφορες τάσεις αλλά και να είναι σημαδεμένος από ένα συγκεκριμένο χώρο πολύ κοντά στα προβλήματά του».
Στις 24-1-2012 φεύγει από τη ζωή, από τροχαίο ατύχημα, κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της τελευταίας του ταινίας"Η άλλη θάλασσα" και περνά στη Ιστορία .
Ο Εμίρ Κουστουρίτσα δήλωσε μαθαίνοντας τον θάνατο του Αγγελόπουλου, ότι οι ταινίες του τελευταίου αποτέλεσαν γι' αυτόν έμπνευση και διαμόρφωσαν την εικόνα του για τον κινηματογράφο. Ο πρόεδρος του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μόντρεαλ (Festival des Films du Monde de Montréal) Σερζ Λοζίκ (Serge Losique) και προσωπικός φίλος του Αγγελόπουλου, ανακοίνωσε ότι η επόμενη διοργάνωση το 2012 θα γίνει στην μνήμη του Έλληνα σκηνοθέτη.
Το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης καθιέρωσαν το 2012 Διεθνές Βραβείο «Θόδωρος Αγγελόπουλος» ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του σπουδαίου Έλληνα δημιουργού. Το βραβείο θα απονέμεται κάθε Νοέμβριο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Φιλμογραφία
Year Τίτλος Συνεισφορά Σημείωση
1968 Η Εκπομπή Σκηνοθέτης μικρού μήκους
1970 Αναπαράσταση Σκηνοθέτης -
1972 Μέρες του ’36 Σκηνοθέτης -
1975 Ο θίασος Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1977 Οι Κυνηγοί Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1980 Ο Μεγαλέξανδρος Σκηνοθέτης -
1983 Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη Σκηνοθέτης Τηλεταινία
1984 Ταξίδι στα Κύθηρα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1986 Ο Μελισσοκόμος Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1988 Τοπίο στην Ομίχλη Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1991 Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1995 Το βλέμμα του Οδυσσέα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1998 Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας Χρυσός Φοίνικας 1998
2003 Τριλογία - Ι. Το λιβάδι που δακρύζει Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
2008 Τριλογία - ΙΙ. H σκόνη του χρόνου Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
2012 Τριλογία - ΙΙΙ. Η άλλη θάλασσα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας Σε εξέλιξη
Βραβεία
• Η Εκπομπή, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968
• Αναπαράσταση, Α' βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1970, βραβείο Ζωρζ Σαντούλ (Γαλλία, 1971), καλύτερης ξένης ταινίας στο Φεστιβάλ Hyères (1971), ειδική μνεία της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1971)
• Μέρες του `36, Βραβείο σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1972, βραβείο της FIPRESCI στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1972)
• Ο Θίασος, Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α' αντρικού και Α' γυναικείου ρόλου, Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975, καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1970-1980 από την Ένωση Κριτικών της Ιταλίας
• Οι Κυνηγοί, Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο (1977), βραβείο της Ένωσης Τούρκων κριτικών (1977), επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών
• Ο Μεγαλέξανδρος έλαβε το βραβείο FIPRESCI το 1980 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας.
• Ταξίδι στα Κύθηρα, βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών (1984), κρατικά βραβεία καλύτερης ταινίας, σεναρίου, α΄ ανδρικού ρόλου, α' γυναικείου ρόλου,σκηνογραφίας, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Ρίο ντε Τζανέιρο (1984),
• Τοπίο στην Ομίχλη έλαβε (μοιράστηκε) το Αργυρό Λιοντάρι Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας, βραβείο Φελίξ καλύτερης Ευρωπαϊκής ταινίας (1988).
• Το Βλέμμα του Οδυσσέα έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών, βραβείο της FIPRESCI (1995). Επίσης, οι κριτικοί του περιοδικού Time το ψήφισαν στις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου.[11]
• Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών (1998).
• Τριλογία - Το Λιβάδι που Δακρύζει κέρδισε βραβείο της FIPRESCI (2004).
• Βραβείο «Αλεξάνταρ Λίφκα» του Ευρωπαϊκού Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Πάλιτς, για το σύνολο του έργου του (2006).[9]
• Xρυσό μετάλλιο του ιδρύματος Circulo de Bellas Artes (Mαδρίτη, 2008) για το σύνολο του έργου του.
• Χρυσή Σφραγίδα, ανώτατη διάκριση της Γιουγκοσλαβικής Κινηματοθήκης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. el.wikipedia.org
2. www.theoangelopoulos.gr
3. Κολοβός Ν. Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος, Πάτρα 2003.
4. Κομνηνού Μ. Από την Αγορά στο Θέαμα, Αθήνα.
γ.ξ.
ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΤΙΤΛΟ (πλάνο σεκάνς)
Υπό τις συνθήκες μιας πολεμικής εναντίον του προδικτατορικού κινηματογράφου που χαρακτηρίστηκε συλλήβδην ο «Παλαιός Ελληνικός Κινηματογράφος και της απόρριψης του εμπορικού κινηματογράφου, έκαναν την εμφάνιση τους σκηνοθέτες που επιχείρησαν να υιοθετήσουν μια προσωπική γραφή και να αντιπαρατεθούν με τα στατικά στοιχεία της εμπορικής παραγωγής. Η εμφάνιση νέου κοινού που προέρχεται μέσα από ένα δυναμικό φοιτητικό κίνημα καθώς και από διανοούμενους που προέρχονταν από την ανάπτυξη των νέων επιστημόνων και τεχνολογιών, κοινό όπου επηρεάζεται από την μεγάλη κυκλοφορία εικόνων και μηνυμάτων που του παρείχε η παγκόσμια κινηματογραφία. Κάτω από αυτές τις τάσεις έχουμε και την ταινία «Αναπαράσταση»(1970) που σηματοδοτεί την εμφάνιση του κορυφαίου εκφραστή της στρουκτουραλιστικής στιγμής για τον ελληνικό κινηματογράφο, του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Έκανε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες εγκατέλειψε πριν πάρει το πτυχίο του. Το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας και στη συνέχεια μαθήματα κινηματογράφου στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC[1] και στο Musée de l' homme.
Η Ταινία «Αναπαράσταση» όπου θεωρείται πρωτοπόρα και σηματοδότησε την αυγή του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό, έχει επισημανθεί από την κριτική ότι:
«χρησιμοποιείται μία νέα αφετηρία με την οποία εγκαταλείπεται το κλασικό μοντέλο της εμπορικής παραγωγής…Σε αντίθεση με τον προηγούμενο τρόπο δημιουργίας εντυπώσεων ελληνικότητας, δεν γίνεται προσπάθεια για ανάπλαση ή εκμετάλλευση της πραγματικότητας, απλώς εγγράφονται οι κοινωνικές αντιθέσεις και επιχειρείται η παραβγεί μιας αληθινής εικόνας […] της ελληνικής υπαίθρου. Τέλος, δίνεται το έναυσμα για παραλληλισμούς ανάμεσα στην αντιπαράθεση της αποστεωμένης και κλειστοφοβικής μικρής κοινωνίας και της πολιτικής καταπίεσης που αιωρείται σε όλη την ελληνική κοινωνία».
Μία καταγραφή της δολοφονίας ενός ξενιτεμένου εργάτη που ξαναγυρίζει στο χωριό του και δολοφονείται από τη γυναίκα του και τον εραστή της. Η ταινία προχωρεί στην διερεύνηση των τριών αναπαραστάσεων: πρώτα της εκδοχής του ηθοποιού-σκηνοθέτη, μετά της εκδοχής της δικαστικής αναπαράστασης και, τέλος, αυτής τω δημοσιογράφων που παρακολουθούν τις ανακρίσεις. Και οι τρεις καταλήγουν σε αδιέξοδο: του σκηνοθέτη γιατί περιορίζεται στο να είναι η διαμεσολαβημένη ματιά στο γεγονός, των δημοσιογράφων γιατί παραμένουν στις εξωτερικές ερμηνείες των γεγονότων και, τέλος, του ανακριτή γιατί παραμένει με το δίλλημα του ποιος από τους δύο είναι πραγματικά ο ένοχος. Το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι ο Αγγελόπουλος έχει ουσιαστικά απορρίψει τη νεορεαλιστική προσέγγιση της καταγραφής. Έχει υιοθετήσει την μπρεχτική αντίληψη σύμφωνα με την οποία πρέπει να αρνηθούμε τη φυσικοποίηση της αναπαράστασης που προκαλεί η κινηματογράφηση σε φυσικό χρόνο και να αποδώσουμε στο μοντάζ τον κυρίαρχο ρόλο. Με αυτές τις τεχνικές , ο σκηνοθέτης, πρέπει να αποκαλύψει και να ανατρέψει τόσο τη ρεαλιστική καταγραφή όσο και την επιβολή ενός κυριαρχικού αφηγηματικού λόγου. Γι αυτό, σύμφωνα με τον Αγγελόπουλο «η ταινία αποτελεί μία πρόταση για διάλογο». Μέσα από την αναζήτηση μια άλλης κινηματογραφικής γλώσσας ο Αγγελόπουλος συγκεντρώνει στο σύνολο του έργου του, αλλά ειδικότερα από τον «Αναπαράσταση» μέχρι και τον «Μεγαλέξανδρο» πλείστα στοιχεία ανανέωσης. Η γλώσσα του δεν αποκόπτεται τελείως από την παράδοση του παγκόσμιου κλασικού κινηματογράφου. Περιφρονεί τον ΠΕΚ φανατικά, θα έλεγε κανείς, αναγνωρίζει όμως ως οδηγούς του τον Ιάπωνα Γιασουζίρο Όζου, τον Δανό Καρλ Ντράγκερ, τον Αμερικανό Όρσον Ουέλς. Όλοι αυτοί, κορυφαίοι δημιουργοί ενός κινηματογράφου τέχνης, ανήκουν στον κλασικό κινηματογράφο. Ο Αγγελόπουλος συνδυάζει τις γνώσεις που αποθησαύρισε μελετώντας το έργο των ιστορικών δημιουργών του κινηματογράφου με τα ευρήματα των δικών του αναζητήσεων. Η αφήγηση διατηρείται σταθερά στις ταινίες του και ακολουθεί μια χρονική διαδοχή. Είναι όμως ασυνεχής, με την έννοια ότι ορισμένα μέλλοντα γεγονότα προλέγονται ή επιλέγονται πριν από τη χρονική τους πραγμάτωση. Οι αλλαγές των χρόνων γίνονται εκτός της σειράς τους. Μερικές φορές μάλιστα αυτό συμβαίνει χωρίς να μεσολαβεί αλλαγή χώρου, μέσα στο ίδιο πλάνο.
Ο Αγγελόπουλος εκμεταλλεύεται τον εξωφιλμικό χώρο, αυτόν δηλαδή που δεν φαίνεται μέσα στις προβαλλόμενες εικόνες, δεν παύει όμως νοητά να υπάρχει έξω από αυτές. Από τον χώρο αυτό έρχονται ήχοι, θόρυβοι, ομιλίες, υπονοούμενα , συμβαίνοντα. Οι νεκροί χρόνοι, δηλαδή οι περίοδοι εκείνες της αφήγησης κατά τις οποίες δεν συμβαίνει τίποτε ορατό, το ιδιαίτερο ή το εντυπωσιακό, δεν εξοβελίζονται από τη αφήγηση. Περιλαμβάνονται ως ενδείξεις της ενότητας του φυσικού χρόνου, ο οποίος και στην πραγματικότητα δεν είναι πάντοτε και διαρκώς ενεργός. Περιλαμβάνονται όμως και ως διαστήματα σκέψης και προβληματισμού του θεατή.
Ένα πλάνο συνήθως περικλείει όσο λέγονται και γίνονται σε μια σκηνή κάθε ταινίας. Το πλάνο-ενότητα αποτελεί μια εξαίρεση, γιατί περιλαμβάνει περισσότερες από μια σκηνές. Δίνει έτσι την εντύπωση μιας συνοχής των λόγων και των πράξεων που εναλλάσσονται χωρίς κάποια διακοπή να επισυμβαίνει. Ο Αγγελόπουλος χρησιμοποιεί συχνά αυτό το γλωσσικό στιλιστικό στοιχείο στις ταινίες του.
Η κίνηση ή η στάση της κάμερας παρουσιάζουν μια ελευθερία καινοφανή για τον ελληνικό κινηματογράφο. Το ταξί της «travelling» προς τα εμπρός ( ή σπανιότερα) προς τα πίσω διευκολύνει το γύρισμα ενός πλάνου-ενότητας, τη ενσωμάτωση των νεκρών χρόνων, και την οριοθέτηση ή ανεύρεση του εξωφιλμικού χώρου. Η στάση της κάμερας αντίκρυ στο σκηνικό, μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται τα φιλμικά δρώμενα δίνουν στον Αγγελόπουλο τη δυνατότητα να δώσει στον θεατή την αίσθηση της θεατρικότητας. Όλα συμβαίνουν, θαρρείς πάνω σε μια θεατρική σκηνή και ο θεατής καθισμένος στην αναγκαία απόσταση παρακολουθεί, αντιμέτωπος με τη κάμερα, με τα φιλμικά δρώμενα πάνω στη νοητή σκηνή, στα παρασκήνια, στη πλατεία ενός υποτιθέμενου θεάτρου. Χωρίς η προσοχή του να διασπάται από κινήσεις μέσα σε ανοιχτούς χώρους.
Μετά την «Αναπαράσταση» ο Αγγελόπουλος γυρίζει τις «Μέρες του ΄36»(1972), ταινία που αποτελεί το πρώτο μέρος της πολιτικής του τριλογίας. Ταινία αλληγορική για τη δικτατορία και τον εγκλεισμό που αν και τοποθετείται στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά κάνει σαφείς παραλληλισμούς για το αυταρχικό καθεστώς των συνταγματαρχών.
Η ταξηκότητα της ελληνικής κοινωνίας κατά την περίοδο 1944-1974, οι ιστορικές αντιθέσεις μεταξύ των στρωμάτων και των τάξεων που την αποτελούν, οι συγκρούσεις των κατοχικών δυνάμεων με τις δυνάμεις της Αντίστασης του ελληνικού λαού, οι αιχμηρές προεκτάσεις στη μετεμφυλιακή εποχή λαό στη περίοδο της δικτατορίας εμφανίζονται στις ταινίες του ΝΕΚ
Η κινηματογραφική έκφραση της νεωτερικότητας την περίοδο 1974-1981 στη Ελλάδα μετεωρίζεται ανάμεσα στους δύο τύπους τον Ανατολικό ( σύγκρουση ανάμεσα στην παράδοση και τον εκσυγχρονισμό και μεταξύ της θρησκείας και των πολιτικών ιδεολογιών)και το Δυτικό ( διερεύνηση της αμφισβήτησης του βιωμένου κόσμου της αστικής τάξης). Την περίοδο αυτή κυριαρχεί η προβολή του πολιτικού στοιχείου. Οι Έλληνες σκηνοθέτες στρέφονται στη θεματολογία της πρόσφατης ιστορίας, ως πεδίου όπου βιώνεται η σύγκρουση μεταξύ μιας αυτοχθόνιας παράδοσης ηττημένης ανταρσίας και της επιβολής ενός καταπιεστικού εκσυγχρονισμού. Παράλληλα έλκονται από τη θεματολογία της αμφισβήτησης του αστικού βιωμένου κόσμου και τον υφέρποντα αντιοπτικοκεντρισμό του στρουκτουραλισμού. Μυθοποιούν την πρόσφατη ιστορία και απορρίπτουν τη μυθοπλασία. Αυτή η παρατήρηση ισχύει τόσο για τον «Θίασο» όσο και τον «Μεγαλέξανδρο»του Αγγελόπουλου .
Ο «Θίασος» (1974-1975)ερμηνεύει την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο υπό το πρίσμα της διάσωσης της αριστεράς- οπτική που είχε αποκτήσει ιδιαίτερη απήχηση στο ριζοσπαστικοποιημένο χώρο της αντιπολιτευτικής κοινής γνώμης στην ύστερη περίοδο της δικτατορίας. Σε ότι αφορά την τεχνική, θα πρέπει να τονίσουμε τη διαμόρφωση μιας διαλεκτικής στο μοντάζ που συνδυάζεται με πλαν σεκάνς. Η ταινία αρχίζει με κίνηση της μηχανής 9dolly backwards) το 1952, που αποκαλύπτει τους δρόμους του Αιγίου και μετά, με αντίθετη κίνηση ( dolly forward), επανέρχεται στο χώρο, το 1938, στην περίοδο της μεταξικής δικτατορίας. Στα δεκατέσσερα αυτά χρόνια , μέσα από την περιπλάνηση του θιάσου, περνάμε στη σκηνή της ελληνικής ιστορίας από τη μεταξική δικτατορία στη Κατοχή, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, μέχρι την άνοδο στην εξουσία του Παπάγου.
Ο «Μεγαλέξανδρος» (1980) χρησιμοποιεί το ιστορικό γεγονός της σφαγής του Δήλεσι, με τέτοιο τρόπο, που θέτει εκ νέου τα προβλήματα των εσωτερικών συγκρούσεων στη περίοδο της Αντίστασης και του Εμφυλίου αλλά και καλεί το θεατή να διαμορφώσει τη δική του ερμηνεία σε διλλήματα που είχαν ζωτική σημασία για τις τότε διεργασίες στα πλαίσια του ΠΑΣΟΚ και των δύο κομμουνιστικών κομμάτων.
Η ταινία «Οι κυνηγοί» (1977) είναι πιο κοντά στη δυτική θεματολογία, όπου εδώ ισχύει τόσο η απόρριψη της μυθοπλασίας όσο και το αντίστοιχο έλλειμμα στη λογοτεχνική παράδοση. Εδώ σε αυτή την ταινία ο Αγγελόπουλος μεταπλάθει πολλά στοιχεία από τον Μπουνυέλ.
Την περίοδο 1989-2000 η κρίση της πολιτικής και η πρόκληση των εκδοτών συνδυάζεται και με την αδυναμία του νεωτερικού παραδείγματος, που είχε καταστεί κυρίαρχο στον χώρο του κινηματογράφου, να επηρεάσει το ευρύτερο πεδίο της σηματοδότησης. Τα διλήμματα και τα αδιέξοδα της μεταπολίτευσης αποτυπώνονται σε μια σειρά ταινιών με επίκεντρο τη θεματική του ταξιδιού και της επιστροφής που χρησιμοποιεί και ο Αγγελόπουλος στην ταινία του «Ταξίδι στα Κύθηρα» (1984). Η μεταπήδηση από τη σκηνή της ιστορίας στη διερεύνηση της αστικής συνείδησης, αποτυπώνεται στην ταινία «Ο θάνατος του Μελισσοκόμου» (1986) και η διαπάλη για τη συγκρότηση της εθνική ταυτότητας ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και τη βαλκανική, καθώς και η κριτική του εθνικισμού αποτυπώνονται στη τριλογία των συνόρων, του Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», «Το βλέμμα του Οδυσσέα»(1995), «Μια αιωνιότητα και μια μέρα»(1998).
Το 2004 γυρίζει την ταινία «Το λιβάδι που δακρύζει» με θεματική το ταξίδι, τον γυρισμό και τις επιπτώσεις του εμφυλίου.
Μια ομάδα ξεριζωμένων Ελλήνων της Οδησσού φτάνει σε ένα βαλτότοπο της Ελλάδας που ορίζεται ένα ποτάμι που τον διασχίζει. Οι πρόσφυγες στεριώνουν εκεί έναν οικισμό προσπαθώντας να ξανακτίσουν τη ζωή τους. Μια οικογένεια κυριαρχεί. Ο πατέρας αυστηρός και πείσμων, μετά το θάνατο της γυναίκας του θα θελήσει να παντρευτεί την Ελένη, ένα κοριτσάκι που μεγάλωσε στο σπίτι του αφού το είχαν περιμαζέψει στο φευγιό τους μέσα στο χαμό του διωγμού.
Ο γάμος δεν θα γίνει ποτέ και η Ελένη το σκάει με το γιο του που αγαπιούνται από παιδιά
Η περιπλάνηση των δύο νέων στην Ελλάδα, με την προστασία μιας ομάδας μουσικών, μετατρέπεται σε μια τραγική ιστορία. Η ταραγμένη πολιτική σκηνή οδηγεί τους νέους να αντιμετωπίσουν μια σειρά από γεγονότα που σημαδεύουν οριστικά τη ζωή τους. Μη μπορώντας να στεριώσουν πουθενά, κουβαλώντας την κατάρα του πατέρα για την προδοσία, ο νέος θα αναγκαστεί να φύγει στην Αμερική σε αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρα. Η Ελένη, μόνη της πλέον θα βιώσει τη φρίκη του πολέμου και του εμφύλιου, χάνοντας και τα δυο της παιδιά. Μετά από διαδοχικές φυλακίσεις για αντιστασιακή δράση θα εξοριστεί από την πατρίδα που νόμισε ότι είχε βρει φτάνοντας μια μέρα μικρό παιδάκι στην Ελλάδα.
Το 2008 γυρίζει την ταινία «Η Σκόνη του Χρόνου» χρησιμοποιώντας και εδώ τη ιστορία, χρονικές μεταβάσεις με κεντρικό πρόσωπο την Ελένη, ίσως όχι τυχαία το όνομα αυτό ( μια Ελένη και αιτία την αγάπη, κατά τον μύθο, φταίει για όλα τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στην Ελλάδα ή από την άλλη δεν φταίει αυτή, έτσι ήταν η μοίρα).
O Α, Αμερικανός σκηνοθέτης ελληνικής καταγωγής, γυρίζει μια ταινία πάνω στην ιστορία του και την ιστορία των γονιών του. Μια ιστορία που εξελίσσεται στην Ιταλία, την Γερμανία, την Ρωσία, το Καζακστάν, τον Καναδά και τις Η.Π.Α. Κεντρικό πρόσωπο, η Ελένη, που διεκδικείται και διεκδικεί το απόλυτο της αγάπης. Ταυτόχρονα, ένα μακρύ ταξίδι, στην μεγάλη Ιστορία και στα γεγονότα των τελευταίων πενήντα χρόνων που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. Τα πρόσωπα της ταινίας κινούνται σαν σε όνειρο, η σκόνη του χρόνου μπερδεύει τις μνήμες. Ο Α τις αναζητά και τις ζει στο παρόν.
Γύρω από την προβληματική τι είναι «εθνικός κινηματογράφος», ο Αγγελόπουλος είπε: εγώ πιστεύω ότι όλοι θέλουμε να κάνουμε κινηματογράφο που να είναι λαϊκός με την εξής έννοια: να χρησιμοποιεί ότι έχει ως παράδοση και ιστορία αυτός ο χώρος. Και από την άλλη πλευρά, λαϊκός με την έννοια της ανταπόκρισης. Το θέμα είναι να προσπαθήσουμε να ενημερώσουμε τον κόσμο που ζει, αναγκαστικά, σε μια σύγχυση για το τι είναι αλήθεια και τι όχι, και ότι αυτές τις ταινίες αξίζει να δει και εκείνες όχι. Γιατί αυτές οι ταινίες δουλεύουν πάνω στο εποικοδόμημα του, δεν τον θεωρούν παθητικό καταναλωτή, αλλά συμμετέχοντα άνθρωπο…»Εθνικός κινηματογράφος» μπορεί να ονομαστή ο κινηματογράφος που έχει κοινά χαρακτηριστικά, όπως ήταν, ας πούμε ο νεορεαλιστικός στην Ιταλία… μπορεί να αποτελείται από διάφορες τάσεις αλλά και να είναι σημαδεμένος από ένα συγκεκριμένο χώρο πολύ κοντά στα προβλήματά του».
Στις 24-1-2012 φεύγει από τη ζωή, από τροχαίο ατύχημα, κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της τελευταίας του ταινίας"Η άλλη θάλασσα" και περνά στη Ιστορία .
Ο Εμίρ Κουστουρίτσα δήλωσε μαθαίνοντας τον θάνατο του Αγγελόπουλου, ότι οι ταινίες του τελευταίου αποτέλεσαν γι' αυτόν έμπνευση και διαμόρφωσαν την εικόνα του για τον κινηματογράφο. Ο πρόεδρος του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μόντρεαλ (Festival des Films du Monde de Montréal) Σερζ Λοζίκ (Serge Losique) και προσωπικός φίλος του Αγγελόπουλου, ανακοίνωσε ότι η επόμενη διοργάνωση το 2012 θα γίνει στην μνήμη του Έλληνα σκηνοθέτη.
Το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης καθιέρωσαν το 2012 Διεθνές Βραβείο «Θόδωρος Αγγελόπουλος» ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του σπουδαίου Έλληνα δημιουργού. Το βραβείο θα απονέμεται κάθε Νοέμβριο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Φιλμογραφία
Year Τίτλος Συνεισφορά Σημείωση
1968 Η Εκπομπή Σκηνοθέτης μικρού μήκους
1970 Αναπαράσταση Σκηνοθέτης -
1972 Μέρες του ’36 Σκηνοθέτης -
1975 Ο θίασος Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1977 Οι Κυνηγοί Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1980 Ο Μεγαλέξανδρος Σκηνοθέτης -
1983 Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη Σκηνοθέτης Τηλεταινία
1984 Ταξίδι στα Κύθηρα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1986 Ο Μελισσοκόμος Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1988 Τοπίο στην Ομίχλη Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1991 Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1995 Το βλέμμα του Οδυσσέα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
1998 Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας Χρυσός Φοίνικας 1998
2003 Τριλογία - Ι. Το λιβάδι που δακρύζει Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
2008 Τριλογία - ΙΙ. H σκόνη του χρόνου Σκηνοθέτης/Συγγραφέας -
2012 Τριλογία - ΙΙΙ. Η άλλη θάλασσα Σκηνοθέτης/Συγγραφέας Σε εξέλιξη
Βραβεία
• Η Εκπομπή, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968
• Αναπαράσταση, Α' βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1970, βραβείο Ζωρζ Σαντούλ (Γαλλία, 1971), καλύτερης ξένης ταινίας στο Φεστιβάλ Hyères (1971), ειδική μνεία της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1971)
• Μέρες του `36, Βραβείο σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1972, βραβείο της FIPRESCI στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1972)
• Ο Θίασος, Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α' αντρικού και Α' γυναικείου ρόλου, Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975, καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1970-1980 από την Ένωση Κριτικών της Ιταλίας
• Οι Κυνηγοί, Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο (1977), βραβείο της Ένωσης Τούρκων κριτικών (1977), επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών
• Ο Μεγαλέξανδρος έλαβε το βραβείο FIPRESCI το 1980 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας.
• Ταξίδι στα Κύθηρα, βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών (1984), κρατικά βραβεία καλύτερης ταινίας, σεναρίου, α΄ ανδρικού ρόλου, α' γυναικείου ρόλου,σκηνογραφίας, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Ρίο ντε Τζανέιρο (1984),
• Τοπίο στην Ομίχλη έλαβε (μοιράστηκε) το Αργυρό Λιοντάρι Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας, βραβείο Φελίξ καλύτερης Ευρωπαϊκής ταινίας (1988).
• Το Βλέμμα του Οδυσσέα έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών, βραβείο της FIPRESCI (1995). Επίσης, οι κριτικοί του περιοδικού Time το ψήφισαν στις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου.[11]
• Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών (1998).
• Τριλογία - Το Λιβάδι που Δακρύζει κέρδισε βραβείο της FIPRESCI (2004).
• Βραβείο «Αλεξάνταρ Λίφκα» του Ευρωπαϊκού Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Πάλιτς, για το σύνολο του έργου του (2006).[9]
• Xρυσό μετάλλιο του ιδρύματος Circulo de Bellas Artes (Mαδρίτη, 2008) για το σύνολο του έργου του.
• Χρυσή Σφραγίδα, ανώτατη διάκριση της Γιουγκοσλαβικής Κινηματοθήκης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. el.wikipedia.org
2. www.theoangelopoulos.gr
3. Κολοβός Ν. Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος, Πάτρα 2003.
4. Κομνηνού Μ. Από την Αγορά στο Θέαμα, Αθήνα.
γ.ξ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου