Από το 1970 ακόμη, η ομότιμη καθηγήτρια Νομικής Έφη Κουνουγέρη Μανωλεδάκη ξεκίνησε να συλλέγει παλιά κεραμικά πιάτα. Ένα χόμπι που «γέννησε» μέσα σε σχεδόν πέντε δεκαετίες ένα χώρο πολιτισμού στον Χορτιάτη και δύο λευκώματα «για να σωθούν οι πληροφορίες», όπως η ίδια εξηγεί.
Το δεύτερο λεύκωμα, με τίτλο «Συλλογή κεραμικών πιάτων 1970-2020», μόλις κυκλοφόρησε, ενώ μέρος της συλλογής εκτίθεται και στην περιοδική, επετειακή έκθεση του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού «Φιλελληνισμοί», την οποία εγκαινίασε τον Νοέμβριο του 2021 η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Το πρώτο λεύκωμα που εκδόθηκε το 2017 έχει κεραμικά από το 1670 έως το 1970, καθώς η ίδια είχε μανία, όπως λέει, με τα παλιά αντικείμενα και θεωρούσε ότι μόνον εκείνα θα έχουν σημασία. Στη συνέχεια, όμως, ένιωσε την ανάγκη ανάδειξης και νεότερων έργων και καλλιτεχνών που είτε έφυγαν από τη ζωή, όπως ο Στέλιος Μαγαράκης, είτε έπαψαν να δημιουργούν, όπως ο Βασίλης Βαρδαξής, είτε είναι ακόμη εν ενεργεία. Έτσι, ακολούθησε το δεύτερο λεύκωμα καθώς, όπως επισημαίνει η συλλέκτρια, «και αυτοί οι καλλιτέχνες περνάνε πια μέσα στην ιστορία της κεραμικής».
ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ Η λέξη χαγιάτι προέρχεται από την περσική και τουρκική λέξη hayat, όμως η συνήθεια των κατοίκων των ελληνικών περιοχών να κατασκευάζουν χαγιάτια δεν είναι επηρεασμένη από τους τούρκους, όπως και οι αρχιτεκτονική τους. Ο Νικόλαος Μουτσόπουλος υποστηρίζει ότι οι ανασκαφές που έχει πραγματοποιήσει στη Ρεντίνα έδειξαν ότι το χαγιάτι εμφανίζεται από τον 9ο αιώνα, περίοδος προγενέστερη της εμφάνισης των Οθωμανών στον ελλαδικό χώρο. Το χαγιάτι είναι ο σκεπαστός εξώστης, στον όροφο του σπιτιού, που αποτελεί προέκταση του εσωτερικού χώρου. Χαρακτηρίζει τα περισσότερα σπίτια του Βαρουσίου και αποτελεί στοιχείο πολλών βορειοελλαδίτικων αρχοντικών, με άλλη ίσως ονομασία, όπως “ηλιακός “ ή “κρεββάτα” στα Γιάννενα, ή “λιακωτό” στη Βέροια. Πολλές φορές προεξείχε από τον τοίχο είναι ανοιχτό, και στηρίζονταν με αντηρίδες ξύλινες με προσκέφαλα., που κρατάνε τα δοκάρια της στέγης. Συχνά επίσης διαμορφώνεται ένα είδος τοξοστοιχίας με τόξα από μπαγδατί, που παλιότερα ...
Από την απώτατη αρχαιότητα το άλογο συνεισέφερε στον άνθρωπο, πρώτα ως τροφή, κατόπιν στις μεταφορές του, στον πόλεμο και τέλος, ως σήμερα, στη διασκέδαση. Το άλογο, είναι κοινωνικό ζώο που ζει άγριο σε αγέλες. Δεν έχει δυνατές άμυνες κατά των σαρκοβόρων, εκτός από τις κλοτσιές που δίνει και το γρήγορο τρέξιμό του, γι’ αυτό και η φύση το προίκισε με το χάρισμα να κοιμάται ελάχιστα, ξαπλωμένο στο έδαφος. Όταν συμβαίνει αυτό, ποτέ δεν ξαπλώνει όλη η αγέλη. Μερικά άλογα μένουν ξάγρυπνα και φρουρούν εκείνα που κοιμούνται με βαθύ ύπνο. Όμως, το άλογο χρειάζεται μόνο 15 λεπτά βαθύ ύπνου. Μετά ξυπνάει και σηκώνεται με αρκετά αργές κινήσεις. Τον υπόλοιπο χρόνο παίρνει υπνάκους όρθιο! Αυτό το κάνει για να βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση, έτσι, τόσο στην άγρια φύση όσο και στην υπηρεσία του ανθρώπου, το άλογο είναι πάντοτε έτοιμο να δράσει. Πώς όμως κατορθώνει να στέκεται όρθιο ενώ κοιμάται; Αυτό είναι δυνατό γιατί τα μπροστινά του πόδια ακινητοποιούνται με το βάρος του σώματός του που πέφτε...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου