Τάφοι, χρυσάφι και έριδες με φόντο τη Βεργίνα
Δύσκολα μπορεί να βρει κάποιος άλλον αρχαιολογικό χώρο στην Ελλάδα
που να είναι τόσο βαθιά διχασμένος: να ανήκει σε δύο διαφορετικούς
φορείς, ο μισός να χρηματοδοτείται με άνεση κι ο άλλος μισός να περνά
δύσκολες ώρες, καθώς ο καθένας από τους δύο τομείς του ανήκει σε
διαφορετικό υπουργείο. Για να μη συζητήσει το πόσες πολλές έριδες έχουν
γεννηθεί μαζί με χρυσάφι στη γωνιά αυτή της Μακεδονίας, γωνιά που έχει
όσο λίγες χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ για πολιτικές σκοπιμότητες.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, στη Βεργίνα και στα πολύτιμα ευρήματά της,
πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών κάθε χρόνο, που έρχονται από τα πέρατα
της γης για να δουν τα κτερίσματα που συνόδευαν τον πατέρα του Μεγάλου
Αλεξάνδρου, βασιλιά Φίλιππο Β' και την πρωτεύουσα των Μακεδόνων;
Πρώτα απ' όλα η ανασκαφή είναι κομμένη στα δύο. Ο ένας τομέας
ανήκει στην ευθύνη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Περιλαμβάνει κυρίως το Θέατρο, την Αγορά και την περιτείχιση της πόλης
και υπεύθυνοι είναι οι μαθητές του Μανόλη Ανδρόνικου και συνεργάτες του
την εποχή της ανακάλυψης των ασύλητων τάφων του Φιλίππου και της
Περσεφόνης, Στέλλα Δρούγου, Χρυσούλα Παλιαδέλλη και Παναγιώτης Φάκλαρης.
Ο δεύτερος τομέας με επίκεντρο το ανάκτορο των Αιγών ανασκάπτεται
από την ΙΖ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, που είναι
υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού και διευθύνεται από την προϊσταμένη
της ΙΖ' Εφορείας, φοιτήτρια επίσης του Μανόλη Ανδρόνικου, Αγγελική
Κοτταρίδη.
Ο τομέας του ΑΠΘ ως πανεπιστημιακός, μπορεί να έχει άμεση
συνεργασία με το ΥΠΠΟ, χρηματοδοτείται όμως από το υπουργείο Παιδείας,
καθώς εκεί ανήκει το πανεπιστήμιο και οι πιστώσεις για το ανασκαφικό
έργο έχουν περιοριστεί - έως εξαφανιστεί - ειδικά τα τελευταία χρόνια.
Αντιθέτως, το κομμάτι που βρίσκεται στα χέρια του υπουργείου Πολιτισμού
δεν φείδεται χρηματοδότησης κυρίως μέσω κοινοτικών προγραμμάτων, γεγονός
που επιτρέπει στους ανασκαφείς να συνεχίζουν απρόσκοπτα την έρευνα.
Το γεγονός αυτό έγινε απόλυτα σαφές στο φετινό 27ο συνέδριο για την
αρχαιολογική έρευνα σε Μακεδονία και Θράκη, το οποίο συρρικνώθηκε σε
μόλις τρεις ημέρες, και οι περισσότερες ανακοινώσεις δεν αφορούσαν νέες
ανακαλύψεις, διότι πλέον οι επιστήμονες που εκπροσωπούν την
πανεπιστημιακή έρευνα δεν έχουν άλλη επιλογή από το να σταματήσουν την
ανασκαφή και να ασχοληθούν μόνο με την μελέτη του υλικού που έχει
προκύψει από τις έρευνες των προηγούμενων ετών. Δεν σημαίνει σε καμία
περίπτωση ότι είναι αρνητικό οι επιστήμονες να μελετούν το συσσωρευμένο
στις αποθήκες υλικό, αλλά είναι σαφής η αντίθεση ανάμεσα στους δύο
τομείς, δεδομένου ότι η εφορεία ανακοίνωσε στο ίδιο συνέδριο την
ανακάλυψη πέντε νέων τάφων.
Πίσω από τους τρόπους εξασφάλισης χρηματοδότησης των ανασκαφών κατά
καιρούς όσοι γνωρίζουν τον χώρο υπαινίσσονται ότι μπορεί να παίζουν
ρόλο προσωπικές γνωριμίες σε συνδυασμό με την ευελιξία των προσώπων που
τις διευθύνουν να προσεγγίζουν την εκάστοτε πολιτική ηγεσία. Διότι η
πράξη έχει δείξει πως η εμπλοκή με την πολιτική και μόνο δεν είναι
αρκετή για να εξασφαλιστούν χρήματα, καθώς επί παραδείγματι η υπεύθυνη
της πανεπιστημιακής ανασκαφής Χρυσούλα Παλιαδέλλη, αν και ευρωβουλευτής
του ΠΑΣΟΚ, δεν κατάφερε να αποσπάσει κονδύλια για την ανασκαφή.
Ο διχασμός όμως δεν παρατηρείται μόνο ανάμεσα στον τομέα του
πανεπιστημίου και σε εκείνον της εφορείας. Μεγάλη διένεξη υπάρχει και
ανάμεσα στους πανεπιστημιακούς. Η Στέλλα Δρούγου και η Χρυσούλα
Παλιαδέλλη σε κοινό μέτωπο όλα αυτά τα χρόνια υποστηρίζουν την ανακάλυψη
του δασκάλου τους Μανόλη Ανδρόνικου, που θέλει τη Βεργίνα να
ταυτίζονται με τις Αιγές, την πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, που
αποδεικνύει την ιστορική συνέχεια της παρουσίας των Μακεδόνων στην
περιοχή. Ως κορυφαίο δε εύρημα θεωρείται ο τάφος του Φιλίππου.
Στον αντίποδα όμως, ο Παναγιώτης Φάκλαρης, επίσης συνεργάτης του
Μανόλη Ανδρόνικου στην «ανασκαφή του αιώνα», ο οποίος λίγο μετά τον
θάνατο του δασκάλου του αμφισβήτησε σε διεθνή φόρα την ταυτότητα του
νεκρού στον έναν από τους τάφους της Μεγάλης Τούμπας - εκείνη του
Φιλίππου Β' - και εκτιμά ότι το μακεδονικό βασίλειο βρίσκεται μάλλον
βορειότερα της Βεργίνας, στους πρόποδες του Βερμίου, δίνοντας την
ευκαιρία να ανοίξει μια πολύ μεγάλη συζήτηση που συνεχίζεται ακόμη και
σήμερα.
Η Χρυσούλα Παλιαδέλλη μάλιστα στην επιστημονική ανακοίνωσή της την
Πέμπτη στο αρχαιολογικό συνέδριο προσέθεσε ένα ακόμη κεφάλαιο σε αυτή
την έριδα παρουσιάζοντας την αναλυτική μελέτη των οστών του νεκρού και
παρέθεσε στοιχεία τα οποία συντείνουν υπέρ της ταύτισής του με τον
Φίλιππο Β'. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, πλέον προσδιορίζεται με
περισσότερη ακρίβεια η ηλικία του νεκρού - μεταξύ 41 και 49 ετών - όπως
και το ότι ο άνδρας είχε έντονη ιππευτική και πολεμική δραστηριότητα.
Δεδομένου ότι ο νεκρός κάηκε αμέσως μετά τον θάνατό του ενισχύεται η
θεωρία πως ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο Β', ο οποίος δολοφονήθηκε σε
ηλικία 46 ετών και όχι στον Φίλιππο Γ' Αρριδαίο, του οποίου τα οστά
μεταφέρθηκαν μετά θάνατον στις Αιγές.
ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ,ΜΑΙΡΗ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΥ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου