Φίοντορ Πάβλοφ Αντρέγιεβιτς: Τί είναι τα «αντιέπιπλα»
Ο Βραζιλιανορώσος εικαστικός- σταρ Φίοντορ Πάβλοφ Αντρέγιεβιτς δημιούργησε μια σειρά από παράξενα έπιπλα για το Μουσείο Ντιζάιν του Λονδίνου και μας κέντρισε το ενδιαφέρον: Τα ονόμασε «αντιέπιπλα» και θέλει, μέσα από αυτά, να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε όσους φόβους θάβουμε κάτω από το χαλί. Ας τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Ο Φίοντορ Πάβλοφ Αντρέγιεβιτς. (Φωτογραφία: Thierry Bal)
Συστήνεται ως Βραζιλιάνος, ζει μεταξύ Σάο Πάολο και Λονδίνου, αλλά μπορώ να διακρίνω μια ρωσική προφορά στα αγγλικά του όσο μιλάμε στο Whatsapp. Άλλωστε, γεννήθηκε (τον Απρίλιο του 1976) και μεγάλωσε στη Μόσχα και το όνομά του είναι ρωσικό: Φίοντορ Πάβλοφ Αντρέγιεβιτς. Πατέρας του είναι ο ιστορικός κινηματογράφου Μπόρις Πάβλοφ, μητέρα του η Λουντμίλα Πετρουσέφσκαγια – σημαντική μορφή της ρωσικής λογοτεχνίας (έχει τιμηθεί με το ρωσικό Booker και το βραβείο Πούσκιν, μεταξύ άλλων· στα ελληνικά κυκλοφορεί το θεατρικό της Έρωτας από τις εκδ. Ολκός). Ο ίδιος έγινε γνωστός με τις «αντάρτικες» περφόρμανς του The foundling (Το έκθετο βρέφος), που πραγματοποίησε αρκετές φορές, αυτοπροσκαλούμενος σε κοσμικές εκδηλώσεις όπου εμφανιζόταν γυμνός, με το σώμα του διπλωμένο μέσα σε ένα διάφανο κουτί. Κατά τη διάρκεια μιας από αυτές, στο MET Gala του 2017, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Η καριέρα του ξεκίνησε όμως περίπου είκοσι χρόνια νωρίτερα, όταν γνώρισε τη μέντορά του, Μαρίνα Αμπράμοβιτς. Μιλήσαμε μαζί του με αφορμή την έκθεση Antifurniture (Αντιεπίπλωση) που παρουσιάστηκε στο Μουσείο Ντιζάιν του Λονδίνου και πρόκειται να συνεχίσει το ταξίδι της ανά τον κόσμο, φέρνοντας το εκάστοτε κοινό της αντιμέτωπο με «αντιέπιπλα» που ανατρέπουν τον ρόλο της επίπλωσης και αμφισβητούν την αντίληψή μας για την άνεση, στοχεύοντας σε ένα είδος θεραπείας.
Το έργο Rock n’ Desk παρουσιάστηκε στην έκθεση Antifurniture. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)
Όταν είδα πρώτη φορά τα «αντιέπιπλα» που έφτιαξες, μου φάνηκαν πάρα πολύ χαριτωμένα. Γιατί τα έκανες τόσο όμορφα τη στιγμή που στην πραγματικότητα είναι άβολα;
Γενικά, η δουλειά μου μέχρι τώρα έχει την τάση να παραπέμπει είτε στην αισθητική του τσίρκου είτε σε εκείνη της τραγωδίας. Τις περισσότερες φορές, δε, αποτελεί ένα μείγμα αυτών των δύο πραγμάτων. Τα έργα μου έχουν ταυτόχρονα κάτι που σε διασκεδάζει και κάτι που σε τρομάζει. Πιστεύω ότι αυτός είναι ένας τρόπος για να παρατηρήσει και να κατανοήσει κανείς καλύτερα το πώς λειτουργούν τα πράγματα στον κόσμο. Τα «αντιέπιπλά» μου, λοιπόν, φτιάχτηκαν από ακριβό ξύλο και με πολύ προσεγμένο τρόπο, γιατί για μένα είναι κατ’ αρχάς σημαντικό κάποιος να τα δει και να πει: «Ω, τι καλοφτιαγμένα, εμπρός, πάμε να τα χρησιμοποιήσουμε!».
«Αντιέπιπλο» εν χρήσει: Το Procrustes. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)
Να τα εμπιστευτεί, δηλαδή.
Ναι. Έπρεπε να δείχνουν όμορφα, διότι το κοινό εμπιστεύεται πιο εύκολα ό,τι δείχνει όμορφο και σέξι ή καλό, σε σχέση με κάτι που η εικόνα του είναι ουδέτερη. Με την όψη τους δημιουργώ, κατά κάποιον τρόπο, μια ψευδαίσθηση. Είναι σαν να λέω ψέματα σε όσους τα βλέπουν, για να τους προσκαλέσω να ’ρθουν σε επαφή με τον βαθύτερο, εσώτερο εαυτό τους και, τελικά, να αντλήσουν τη θεραπευτική διάσταση της χρήσης των «αντιεπίπλων» μου.
Πώς ακριβώς συμβαίνει αυτό;
Έχει να κάνει με την ιδέα πίσω από το πρότζεκτ. Ο σκοπός μου είναι να μεταφέρω την προσοχή του κοινού στα σώματα των ανθρώπων που η ορατότητά τους είναι περιορισμένη. Να μιλήσω για όσους η κοινωνία απορρίπτει. Για τα σώματα όσων πιέζονται ή καταπιέζονται, για τα σώματα των ανθρώπων που δεν θεωρούνται ευτυχισμένοι και ελεύθεροι. Για τους αστέγους, τους μετανάστες, τους διάφορους τύπους εκτοπισμένων. Αφού, λοιπόν, μελέτησα τις στάσεις που παίρνει από τη φύση του το ανθρώπινο σώμα όταν βρίσκεται σε άβολες καταστάσεις ή θεωρείται απ’ τους άλλους ως μη σημαντικό ή λίγο μόνο απαραίτητο, προσπάθησα να τις αναπαραγάγω με τα «αντιέπιπλα» που κάνουν τους χρήστες τους να πρέπει, λόγου χάρη, να καμπουριάσουν την πλάτη τους, να στρέψουν το κεφάλι και το πιγούνι τους προς τα κάτω, σαν όντως να νιώθουν μη αναγκαίοι σε μια κοινωνία. Κάθε «αντιέπιπλο» φτιάχτηκε για να αντιστοιχεί σε μια διαφορετική τέτοια κατάσταση.
Αντιέπιπλο» εν χρήσει: Το Bunker Bed. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)
«Ο σκοπός μου είναι να μιλήσω για τα σώματα όσων πιέζονται ή καταπιέζονται, για τα σώματα των ανθρώπων που δεν θεωρούνται ευτυχισμένοι και ελεύθεροι».
Πιστεύεις ότι έχουμε επίγνωση της έκτασης αυτής της καταπίεσης;
Όχι. Ο κόσμος μας είναι γεμάτος με ανώνυμα σώματα τα οποία αναπαριστούν πόνους, ταλαιπωρίες και άλλες αρνητικές καταστάσεις. Όσον αφορά, γενικά, το τι συμβαίνει στον πλανήτη, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, από τα οποία αντλούμε τις γνώσεις μας, είναι πολύ επιλεκτικά ως προς την ατζέντα των θεμάτων που προβάλλουν. Αυτή τη στιγμή μιλάνε για τον πόλεμο στο Ισραήλ και στην Παλαιστίνη. Στην Ευρώπη υπάρχει ενημέρωση και για την κατάσταση στην Ουκρανία, αλλά δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για πολλές άλλες διαμάχες, καταστάσεις που εμμένουν επί χρόνια και είναι τρομακτικές. Υπάρχει η περίπτωση των Ουιγούρων που διώκονται στην Κίνα. Στην Υεμένη μαίνεται εμφύλιος πόλεμος. Γνωρίζουμε και ακούμε πολύ λίγα πράγματα για όλα αυτά.
Κι όλα αυτά αντικατοπτρίζονται στη στάση του ανθρώπινου σώματος;
Αν δεις κάποιον να περπατά στον δρόμο, μπορείς από το περπάτημά του μόνο να πεις σε ποια «φυλή» ανήκει. Αυτό συμβαίνει επειδή τα σώματά μας προσαρμόζονται ανάλογα με τις οδηγίες που δέχονται. Για παράδειγμα, όταν περνάς από τον έλεγχο ασφαλείας ενός αεροδρομίου, σου λένε να τοποθετήσεις τα πόδια σου σε μια συγκεκριμένη απόσταση το ένα από το άλλο, να ανοίξεις τα χέρια σου σε διάσταση, να πάρεις τη δείνα στάση. Με το που επιβιβαστείς στο αεροπλάνο, σου ζητούν να λάβεις συγκεκριμένη θέση και σου δίνουν οδηγίες για το πώς πρέπει να συμπεριφερθεί το σώμα σου σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Το ίδιο συμβαίνει σε όλη την κοινωνία. Τα σώματά μας καλούνται να καθρεφτίζουν συνέχεια την καθεστηκυία της τάξη. Να συμπεριφέρονται με τον τρόπο που «πρέπει». Τα δικά μου «αντιέπιπλα» τα έφτιαξα ως sui generis όστρακα, κελύφη του ανθρώπινου σώματος –μια ιδέα που εμπνεύστηκα από τη δουλειά του Αμπσαλόν, ενός Ισραηλινογάλλου καλλιτέχνη [1964-1993]– και λειτουργούν ως μηχανές που κάνουν το σώμα να πάρει μια θέση υπό την οποία δεν νιώθει βολικά και δεν μπορεί να χαλαρώσει. Παρότι παραμένουν ανοιχτά στο να τα χρησιμοποιήσει καθένας όπως επιθυμεί, αναπαριστούν κάποιες «κατασταλτικές» κοινωνικές οδηγίες.
«Αντιέπιπλα» εν χρήσει: Το Lord of the Fishes. Κανένας δεν νιώθει άνετα. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)
Γιατί να πάει, όμως, κάποιος να πάρει μια τέτοια θέση;
Για να αντιμετωπίσει τους φόβους του, που προέρχονται από την ενσωμάτωσή του στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα ο άνθρωπος, από την κατασκευή του, έχει μόνο δύο φόβους: αυτόν για τους δυνατούς ήχους και εκείνον της πτώσης. Όλοι οι άλλοι φόβοι που πολλοί από εμάς έχουμε, είναι επίκτητοι. Με το να αντιστοιχίζω σε κάθε «αντιέπιπλο» και μία φοβία που αντικατοπτρίζεται σε μια άβολη στάση σώματος, στο τέλος της μέρας αυτός που το χρησιμοποιεί μπορεί και να την ξεπεράσει.
Θέλω να σε ρωτήσω τώρα κάτι που έχει να κάνει με τη διαχείριση του δικού σου σώματος. Συχνά, στις περφόρμανς και στα άλλα έργα που δημιουργείς εμφανίζεσαι γυμνός. Γιατί το κάνεις αυτό;
Η γύμνια στα έργα μου θα έλεγα ότι δεν θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο διερώτησης, δεν είναι κάτι σημαντικό. Αν το δεις ποσοτικά, είμαι γυμνός στο περίπου 30% εξ αυτών. Ο λόγος έχει να κάνει κυρίως με το ότι το σώμα δεν μπορεί να πει ψέματα. Τη στιγμή που κοιτάς ένα γυμνό σώμα, οι πιθανότητες να δεις κάτι με λάθος τρόπο είναι περιορισμένες. Το γυμνό σώμα, επίσης, είναι ένα σημείο μηδέν.
Όταν λες «σημείο μηδέν», τι εννοείς;
Θα σε παραπέμψω στις ανατολικές ορθόδοξες εκκλησίες. Βαφτιζόμαστε γυμνοί. Η στιγμή της βάφτισης είναι σημείο μηδέν, σηματοδοτεί μια αρχή. Αν πάλι εγώ φορέσω ρούχα σε μια περφόρμανς –από ένα μαύρο μαγιό έως ένα ροζ κομμάτι ύφασμα για να καλύψω τη βουβωνική μου χώρα–, αυτά μετατρέπονται αυτομάτως σε μήνυμα, σε μέσα για να πω στους ανθρώπους το ποιος είμαι εκείνη τη στιγμή. Το γυμνό σώμα δεν μεταφέρει μηνύματα, πέρα από το ότι είναι τρωτό, ότι είναι ευάλωτο. Μεταφέρει μια ανοιχτότητα, μια διαφάνεια, μια ειλικρίνεια. Εν τέλει, το να είσαι γυμνός λέει πολλά πράγματα. Βγάζει νόημα αυτό που είπα;
Το διαδραστικό γλυπτό Push Me Pull You, μια τραμπάλα στην οποία οι άνθρωποι δεν έχουν οπτική επαφή. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)Ναι, βγάζει.
Έχει ενδιαφέρον και το ότι δεν ρωτάμε γιατί είναι ολόγυμνα τα σώματα που απεικονίζονται στα αρχαιοελληνικά αγάλματα ή στους πίνακες των μεγάλων δασκάλων της ζωγραφικής. Η θέα ενός γυμνού Ερμή δεν μας κάνει να ντρεπόμαστε ή να θέλουμε να κλείσουμε τα μάτια μας.
Αυτά τα έργα, όμως, φτιάχτηκαν σε ένα άλλο πολιτισμικό πλαίσιο.
Σίγουρα, τα πράγματα άλλαξαν στον 20ό και τον 21ο αιώνα. Έκτοτε, όταν βλέπουμε γυμνά σώματα στην τέχνη, αρχίζουμε να λέμε: «Αυτός ο τύπος πρέπει να είναι άρρωστος, επιδειξιομανής ή διεστραμμένος». Λίγοι μπορούν να κατανοήσουν το ότι μια περφόρμανς που εκτελείται από ένα γυμνό σώμα συνιστά ακριβώς το ίδιο πράγμα με τη δουλειά που έκαναν οι μεγάλοι δάσκαλοι της ζωγραφικής με τα λάδια τους, οι αρχαίοι Έλληνες με το μάρμαρο.
Εσύ κάνεις περφόρμανς έχοντας πάρει μάστερ στην Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία. Τι σε προσέλκυσε στην τέχνη και πώς κατέληξες να εξελιχθείς σε εικαστικό καλλιτέχνη;
Όταν ήμουν έφηβος, ήθελα να γίνω ποπ σταρ, τραγουδιστής ή κάτι τέτοιο. Να γίνω διάσημος. Να βγάλω πολλά χρήματα. Το προσπάθησα για λίγο. Ηχογράφησα μερικά τραγούδια και ξεκίνησα περιοδεία, αλλά για κάποιον λόγο δεν μου άρεσε αυτή η ζωή. Είχα και το παράδειγμα της μητέρας μου. Ξεκίνησε στα 69 της να τραγουδάει επαγγελματικά, παρότι ήταν ήδη διάσημη ως συγγραφέας. Σήμερα, συνεχίζει στα 85 της να είναι μια τραγουδίστρια του καμπαρέ. Σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να το κάνω όπως η μητέρα μου: να ασχοληθώ με την τέχνη προς το τέλος της ζωής μου, μια και γνώριζα από πρώτο χέρι πως δεν χρειάζεται να είσαι νέος και σέξι για να είσαι καλλιτέχνης.
Τι έκανες, λοιπόν, μέχρι να στραφείς στην περφόρμανς αρτ;
Δούλεψα ως μουσικός παραγωγός, ως επιμελητής εκθέσεων, έκανα κάποια θεατρικά. Ώσπου βρέθηκα σε μια βερνισάζ και είδα την εικόνα μιας γυναίκας με μακριά μαύρα μαλλιά να κάθεται στη ράχη ενός άσπρου αλόγου και να κρατάει μια λευκή σημαία.
Το έργο Centipede. Όλοι μαζί και ο καθένας μόνος του. (Φωτογραφία: RUY TEIXEIRA)
«Όταν ήμουν έφηβος, ήθελα να γίνω ποπ σταρ, τραγουδιστής ή κάτι τέτοιο. Να γίνω διάσημος. Να βγάλω πολλά χρήματα. Το προσπάθησα για λίγο».
Μιλάς για τη Μαρίνα Αμπράμοβιτς…
Ασφαλώς! Την κοίταζα και ήταν σαν να ήμουν μόνος μαζί της. Ξαφνικά άρχισαν να πετάνε πεταλούδες στο στομάχι μου. Αυτό που έβλεπα μπροστά μου ήταν «εγώ». Είχα βρει αυτό που ήθελα να κάνω. Έτσι αποφάσισα να κάνω περφόρμανς αρτ, πρέπει να ήμουν τριάντα ενός ετών. Έπειτα, άλλαξε όλη μου η ζωή.
Εκτός από την Αμπράμοβιτς, υπάρχουν άλλοι καλλιτέχνες με τους οποίους αισθάνεσαι συγγένεια στον τρόπο που δουλεύετε;
Πολλοί. Τη Μαρίνα τη συνάντησα λίγο αφότου γνώρισα την τέχνη της και ήρθαμε πολύ κοντά. Παρότι η δική μου δουλειά διαφέρει από τη δική της και κάποτε τσακωθήκαμε άσχημα για την τέχνη, τίποτα δεν στάθηκε εμπόδιο στο να μείνουμε φίλοι, να αισθανόμαστε αμοιβαία εγγύτητα και να συνεχίζει να είναι μία από τους μέντορές μου. Μετά τη γνωριμία μου με τη Μαρίνα, εργάστηκα για ένα διάστημα ως βοηθός του Ρόμπερτ Γουίλσον, με επηρέασαν πολύ και οι μεγάλες σε χρονική διάρκεια περφόρμανς του Τέιτσινγκ Σέι [πρωτοπόρος καλλιτέχνης από την Ταϊβάν, τον οποίο η Αμπράμοβιτς θεωρεί «δάσκαλο»· το 1973 κατέγραψε τον εαυτό του να πηδάει από τον δεύτερο όροφο και να σπάει τους αστραγάλους του στο τσιμέντο]. Άλλες επιρροές έχω από τον Πιερ Ουίγκ, τον Φιλίπ Παρενό, τον Τίνο Σέγκαλ, τον Φράνσις Άλις. Θαυμάζω την Άννα Μεντιέτα, που δυστυχώς είχε τραγικό τέλος: σκοτώθηκε πέφτοντας απ’ το παράθυρο ενός διαμερίσματος ενώ διαπληκτιζόταν με τον σύζυγό της, ο οποίος κατηγορήθηκε για τον φόνο της. Μου αρέσει η Σιγκαλίτ Λαντάου, καλλιτέχνες των οποίων το όνομα συνδέθηκε με τον κύκλο της Τζάντσον Μεμόριαλ Τσερτς…
Η Ιβόν Ράινερ;
Βεβαίως! Ακόμα και αν αυτό που κάνει η Ιβόν έρχεται σε σύγκρουση με ό,τι κάνει η Μαρίνα, τη θεωρώ πολύ σημαντική. Αγαπώ και τον Δημήτρη Παπαϊωάννου.
Τον γνωρίζεις;
Ναι, και τα παλαιότερα έργα του με έχουν επηρεάσει πολύ.
Ας γυρίσουμε στα «αντιέπιπλα». Ποιο θα είναι το μέλλον τους μετά το τέλος της έκθεσης στο Μουσείο Ντιζάιν;
Η έκθεση θα ξεκινήσει διεθνή περιοδεία. Εγώ θα συνεχίσω να σχεδιάζω νέα «αντιέπιπλα», μελετώντας τις νέες καταστροφές, τους νέους πολέμους και τους νέους μας φόβους, για να αποτελέσουν μια πηγή ανακούφισης των ανθρώπων.
Έχεις κάποιο άλλο πρότζεκτ στα σκαριά;
Ένα μόνο; Δημιουργώ πολλά πρότζεκτ ταυτόχρονα. Τι να σου πρωτοαναφέρω;
Αυτό που θεωρείς πιο σημαντικό.
Ετοιμάζω μια περφόρμανς αιώρησης. Θα κρεμαστώ σε μια ανεμογεννήτρια, από αυτές που βρίσκονται καταμεσής του ωκεανού για να παράγουν φιλική προς το περιβάλλον ενέργεια. Θα την προσεγγίσω με τη βοήθεια ενός ελικοπτέρου, φορώντας ένα πολύ φωτεινό κοκκινωπό τζάμπσουιτ. Θα προσδεθώ πάνω της και θα αρχίσω να περιστρέφομαι. Δεν ξέρω πόσες ώρες θα καταφέρω να επιβιώσω. Ελπίζω να είναι τουλάχιστον τρεις.
ΙΝFO
Η έκθεση Antifurniture παρουσιάστηκε φέτος στο Μουσείο Ντιζάιν του Λονδίνου, από τις 26/09 έως τις 29/10. Θα συνεχίσει το ταξίδι της σε διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο. Περισσότερες πληροφορίες για τους επόμενους σταθμούς της στον ιστότοπο fyodorpavlovandreevich.com.
ΠΗΓΗ : Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Π.ΚΟΥΣΤΑΣ
Η ανάρτησή σας ήταν φανταστική! Οι ιδέες σας είναι ενδιαφέρουσες. Συνεχίστε την καλή δουλειά και γράψτε περισσότερα!
ΑπάντησηΔιαγραφή