Κώστας Κουλεντιανός Κοσμοπολίτης χειρώνακτας

Από το Αλβανικό Μέτωπο στο θρυλικό «Ματαρόα» που φυγάδευσε την αφρόκρεμα της ελληνικής διανόησης και μετά στα παρισινά στέκια όπου σύχναζαν ο Πάμπλο Πικάσο, ο Ροζέ Βαγιάν και ο Γιώργος Σεφέρης. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις σελίδες της συναρπαστικής ζωής ενός από τους σημαντικότερους γλύπτες του 20ού αιώνα που το ευρύ κοινό «συναντά» καθημερινά μία από τις δημιουργίες του στον σταθμό Εθνική Αμυνα του Μετρό ενώ μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη τιμά συνολικά το έργο του

Το χέρι του σκεφτόσουν να το αγγίξεις όταν το άπλωνε για χειραψία. Τόσο άγριο ήταν λένε άνθρωποι που τον γνώρισαν. Χειρώνακτας που δεν φοβόταν τη δουλειά, άρχισε να πλάθει τον πηλό, αλλά αγάπησε με πάθος το μέταλλο και ειδικά το σίδερο. Και το αποτέλεσμα της μισού αιώνα καριέρας του παρουσιάζεται από προχθές εν συνόλω σε μια μεγάλη αναδρομική έκθεση με 120 έργα του που φιλοξενεί το Μουσείο Μπενάκη, υπό την επιστημονική επιμέλεια του Ντένη Ζαχαρόπουλου.
Γοητευτικός, δυναμικός, με αίσθηση του χιούμορ, μετρημένος και ντόμπρος. Αν και κατάφερε να κερδίσει μια θέση με τη δουλειά του στους σημαντικούς του 20ού αιώνα, ακόμη και επαΐοντες του εικαστικού χώρου αγνοούν λεπτομέρειες για την προσωπική ζωή του Κουλεντιανού.
«Ηταν κατ' αρχήν πολύ τίμιος άνθρωπος, πολύ κοινωνικός και αγαπούσε τους φίλους του. Είχε απέχθεια όμως για τα κοσμικά δρώμενα, τον ενδιέφερε η δουλειά του και όχι το πώς θα προωθούσε τη δουλειά του» λέει στα «ΝΕΑ» ο μοναχογιός του, ο Μπεν, που γεννήθηκε στο Παρίσι αλλά μεγάλωσε στην Ελλάδα.
Προοδευτικός στις αντιλήψεις του ο - γεννημένος το 1918 - Κουλεντιανός, με την ολοκλήρωση των σπουδών του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών αποφασίζει να ανέβει εθελοντικά στο Αλβανικό Μέτωπο. Εναν χρόνο αργότερα, το 1941, μπαίνει στην Αντίσταση. Συχνά πηγαίνει και βοηθά τον ΕΑΜ υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας. Μία από τις υπαλλήλους - και καλλιτέχνιδα -, η δυναμική Γιάννα Περσάκη έχει μετατρέψει το πίσω μέρος του κτιρίου σε εργαστήριο πλακάτ. Ο Κουλεντιανός πολλές φορές βοηθά στο τύπωμα των αφισών και στη δημιουργία των πλακάτ. Ερωτεύεται την Περσάκη και παντρεύονται δύο χρόνια αργότερα (1943).
Ξημερώματα της 22ας Δεκεμβρίου του 1945 ο Κουλεντιανός είναι ένας από τους 140 νέους έλληνες επιστήμονες και καλλιτέχνες που επιβιβάζονται στο θρυλικό πλοίο «Ματαρόα» (στα πολυνησιακά σημαίνει γυναίκα με μεγάλα μάτια) με προορισμό τον Τάραντα της Κάτω Ιταλίας για να ακολουθήσει μια δύσκολη περιπέτεια με τρένα και ενδιάμεσους σταθμούς τη Ρώμη και την Ελβετία ώσπου να καταλήξουν στο Παρίσι. Θα εγκατασταθεί στη γαλλική πρωτεύουσα όπως και οι συνταξιδιώτες του Κορνήλιος Καστοριάδης, Κώστας Αξελός, Εμμανουήλ Κριαράς, Ελλη Αλεξίου, ανάμεσα σε άλλους, που φυγαδεύτηκαν με υποτροφίες του Γαλλικού Ινστιτούτου.
Τον επόμενο χρόνο φτάνει στο Παρίσι και η Γιάννα Περσάκη, η οποία όμως χωρίζει με τον Κώστα Κουλεντιανό. Στα μέσα της δεκαετίας του '50 εκείνη θα επιστρέψει ξαφνικά στην Αθήνα για οικογενειακούς λόγους και θα γνωρίσει τον Μίλτο Σαχτούρη, με τον οποίο θα γίνει ζευγάρι δέκα χρόνια αργότερα. Θα μείνει στο πλευρό του για τέσσερις δεκαετίες, έως το τέλος του σπουδαίου και πολυβραβευμένου ποιητή.
Ο Κουλεντιανός στο μεταξύ κάνει μια γνωριμία ζωής. Συναντά τον κατά 33 χρόνια μεγαλύτερό του γλύπτη Ανρί Λοράν, ο οποίος τον χρίζει μάλιστα και συνεχιστή του. Δουλεύει σε γλυπτά από μολύβι, τα οποία αναπαριστούν γυναίκες που χτενίζονται, δοκιμάζει τις δυνάμεις του στο ατσάλι, πειραματίζεται με την ενσωμάτωση της γλυπτικής στην αρχιτεκτονική, μεγαλώνει ολοένα τις διαστάσεις των γλυπτών του και αρχίζει να καθιερώνει τους χαρακτηριστικούς ακροβάτες του ενώ αφήνει πίσω του ημέρα με την ημέρα την παραστατική τέχνη και αφομοιώνει στοιχεία της αφαίρεσης. «Ο Κουλεντιανός δημιουργεί γλυπτά σχεδιασμένα, με αναφορές στην ανθρώπινη μορφή, που δεν είναι ποτέ στατικά αλλά διακρίνονται για την ισορροπία τους. Ταυτοχρόνως παίζει με το οριακό στοιχείο και φτιάχνει έργα που μοιάζουν να έχουν απαγκιστρωθεί από το βάρος και την ύλη, γεμάτα αισθησιασμό και σωματικότητα» δίνει το στίγμα της δουλειάς τού καλλιτέχνη ο επιστημονικός επιμελητής της έκθεσης Ντένης Ζαχαρόπουλος.
Σύνδεσμος κάθε έλληνα
εμιγκρέ του Παρισιού
Oι εκθέσεις διαδέχονται η μία την άλλη σε Ευρώπη και Αμερική. «Το σπίτι του στο Σαβάν σιρ Ρεσούζ γίνεται πέρασμα για όλους τους έλληνες φίλους του Παρισιού προς την Ελλάδα που ταξιδεύουν με αυτοκίνητο και βρίσκουν πάντα ευκαιρία να μείνουν στο σπίτι του και να ξεκουραστούν. Παπαϊωάννου, Κανδύλης, Ξύδης, Αξελός, Μανθούλης, Λακαριέρ...» θυμάται ο Μπεν Κουλεντιανός και ξεχωρίζει τον Γιώργο Ζογγολόπουλο. «Παρατηρούσα πόσο σεβόταν ο ένας τον άλλον. Θυμάμαι το πάθος τους για τη δουλειά τους και τις ατελείωτες συζητήσεις για τα έργα τους» συνεχίζει ο γιος του Κώστα Κουλεντιανού, ο οποίος έχει τον γενικό συντονισμό της έκθεσης μαζί με τον στενό συνεργάτη του γλύπτη και συλλέκτη Θεόδωρο Παπαδόπουλο.
Στη ζωή του γλύπτη τη δεκαετία του '50 μπαίνει η Αμερικανίδα Τζόις Γκίλιγκαν - κόρη του μυθιστοριογράφου Εντμουντ Γκίλιγκαν - την οποία το ελληνικό κοινό γνώρισε ως Χαρά Κουλεντιανού, μητέρα του μοναχογιού του, του Μπεν. Η Χαρά θα μετακομίσει στην Αθήνα το 1963 με τον γιο της αλλά ο καλλιτέχνης θα διατηρήσει ως έδρα του τη Γαλλία. Στο μεταξύ η καλλονή κοκκινομάλλα θα συνδεθεί με τον Γιάννη Χατζηανδρέα - τον γνωστότερο βεβαίως ως Στρατή Τσίρκα. Θα αναδειχθεί σε μούσα του και φημολογείται ότι από εκείνην εμπνεύστηκε τη «Φλώρα», την όμορφη δανοελβετίδα ηρωίδα της «Χαμένης Ανοιξης», η οποία ασχολείται μόνο με την προσωπική της ζωή και αρνείται να εμβαθύνει στα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα της εποχής.
Η απόσταση Ελλάδας - Γαλλίας μπορεί να επηρέασε τη σχέση τού Κουλεντιανού με τη Χαρά, όχι όμως και με τον γιο τους. «Θυμάμαι πόση εντύπωση μου έκανε όταν μου τηλεφώνησε από το Παρίσι. Είχε προηγουμένως μιλήσει με τη μάνα μου η οποία του είχε εκφράσει τις ανησυχίες της σχετικά με το ενδεχόμενο να μην καταφέρω να πάρω το απολυτήριό μου από το Λύκειο, καθώς δεν με ενδιέφερε και τόσο» λέει ο Μπεν Κουλεντιανός, ο οποίος δεν είχε εικαστικό ταλέντο, όπως υποστηρίζει, και προτίμησε να ασχοληθεί με τη μουσική. «Μου είπε το εξής: "Το σχολείο ούτε και μένα με ενδιέφερε, όμως είναι σημαντικό και αναγκαίο να πάρεις το δίπλωμά σου διότι θα σου χρησιμεύσει αργότερα. Κάνε την προσπάθεια, όπως την έκανα κι εγώ, αλλιώς θα το μετανιώσεις". Ολα αυτά σε πολύ ήρεμο και φιλικό τόνο. Στάθηκα και συνειδητοποίησα το πόσο δίκιο είχε. Διάβασα και το πήρα. Ηταν μάθημα για μένα και πολλές φορές ξεχνάω την απαραίτητη πατρική αυστηρότητα προς τα παιδιά μου και χρησιμοποιώ συχνά την ίδια φιλική προσέγγιση μαζί τους» συνεχίζει ο Μπεν, ο οποίος όταν ενηλικιώθηκε πέρασε αρκετά χρόνια στο πλευρό του πατέρα του, βοηθώντας τον μάλιστα να ολοκληρώσει κάποια από τα έργα που σήμερα εκτίθενται στο Μουσείο Μπενάκη.
Η απόσταση όμως δεν αποτέλεσε και λόγο ώστε ο καλλιτέχνης να ξεκόψει από τα πάτρια εδάφη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε επιστρέψει είτε για να γνωρίσει καλύτερα την αρχαία ελληνική γλυπτική είτε για να εκθέσει είτε για να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1982.
Τι άφησε πίσω του ο Κώστας Κουλεντιανός πέρα από το πλούσιο έργο του που περιλαμβάνει εκτός από γλυπτά (τα οποία κοσμούν δημόσιους χώρους και ανήκουν σε μουσειακές και ιδιωτικές συλλογές), ταπισερί έως και εικονογραφήσεις - ανάμεσά τους και τη «Στέρνα» του Γιώργου Σεφέρη; «Εντιμότητα και αξιοπρέπεια» απαντά ο γιος του, ο οποίος δεν αντιμετωπίζει ως πρόβλημα το επίθετο Κουλεντιανός. «Με βαραίνει με την πρακτική έννοια. Το βάρος είναι στα σίδερα και στο κουβάλημά τους και όχι στην ψυχανάλυση. Οι στιγμές που πέρασα βοηθώντας τον να κατασκευάσει και να στήσει τα έργα του με βοήθησαν πολύ για να κάνω αυτό που κάνω σήμερα» καταλήγει. ΠΗΓΗ:ΤΑ ΝΕΑ ONLINE

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ξέρεται ότι: Το χαγιάτι στον ελλαδικό χώρο δεν είναι τούρκικο

Το άλογο κοιμάται όρθιο!