Η μέρα που φεύγουν οι Καλικάντζαροι!


Άσχημοι, κοντοί, βρώμικοι και κυρίως ενοχλητικοί ...οι καλικάντζαροι ψάχνουν να τρυπώσουν στο σπίτι μας! Έρχονται ανήμερα των Χριστουγέννων και φεύγουν τα Θεοφάνια

Η γιορτή των Θεοφανίων είναι μία από τις λαμπρότερες του έτους, καθώς γιορτάζεται στην αρχή της νέας χρονιάς. Τη μέρα αυτή ολοκληρώνεται το εορταστικό δωδεκαήμερο, ενώ, σύμφωνα με την παράδοση, φεύγουν και οι καλικάντζαροι με τον αγιασμό των υδάτων. Την πρώτη μαρτυρία γι' αυτή τη γιορτή μας δίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στις αρχές των μεταχριστιανικών χρόνων. Στην αρχαία Ελλάδα τα "Θεοφάνια" γιορτάζονταν στην αρχή της άνοιξης, στους Δελφούς. Ο λαός ονομάζει τα Θεοφάνια και "φώτα ολόφωτα", "ξέφωτα" και "φωτόγεννα", επειδή τότε φωτίζεται ο κόσμος και αγιάζονται τα νερά. Στις εκκλησίες ψάλλεται το "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου...".
Oι πιστοί παρακολουθούν τη ρίψη του σταυρού στη θάλασσα, στον ποταμό ή σε δεξαμενή, όταν δεν βρίσκονται κοντά σε παραθαλάσσιο ή παραποτάμιο μέρος.
Έπειτα οι κολυμβητές πέφτουν στα νερά για να πιάσουν τον σταυρό, τον οποίο παλαιότερα περιέφεραν στα σπίτια.
Αυτές τις ημέρες σε μερικά μέρη της Ελλάδας οι πιστοί μεταμφιέζονται και φορούν μάσκες με τρομακτική όψη. Φοράνε κουδούνια και περιφέρονται στο χωριό κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους.
Είναι τα περίφημα ροκατζάρια, ένα έθιμο που συμβολίζει τον καθαρμό και την εκδίωξη των δαιμονικών όντων, όπως είναι οι καλικάντζαροι.
Τα παγανά
Παγανά είναι τα γνωστά σε όλους μας καλικαντζαράκια ή τσιλικροτά, που οι παραδόσεις και οι θρύλοι τα θέλουν να παίζουν σπουδαίο ρόλο και να επηρεάζουν σημαντικά τις συνήθειες και τα έθιμα αυτών των ημερών.
Οι καλικάντζαροι κατοικούν στον Κάτω Κόσμο. Εκεί είναι μια κολώνα που τη στηρίζουν τέσσερις στύλοι. Όλο το χρόνο την ροκανίζουν με πριόνια, που τα φτιάχνουν από λεπτά σύρματα και τρίχες από τις ουρές των αλόγων. Χρησιμοποιούν και τσεκούρια. όταν κοντεύουν να τελειώσουν, μαθαίνουν ότι στον Πάνω Κόσμο γεννιέται ο Χριστός. Τότε παρατάνε τη δουλειά τους και ανεβαίνουν για να τον δουν.
Όλοι τους έχουν μικρό μπόϊ. Σαν ένα παιδί από έξι έως δέκα χρονών. Παίρνουν διάφορες μορφές όταν φανερώνονται στους ανθρώπους. Άλλοι σαν διάφορα ζώα, άλλοι πάλι γυμνοί με ένα πόδι γαϊδουρινό και ένα ανθρώπινο. Πολλές φορές είναι ντυμένοι με κουρελιασμένα και περίεργα ρούχα. 'Η είναι άλλοι κουτσοί, άλλοι στραβοί... Αρκετές φορές φανερώνονται καβάλα σε ζώα και τότε είναι πολύ αστείοι, γιατί αυτοί, που είναι πιο ψηλοί, κάθονται στην πλάτη πετεινού και σέρνονται τα πόδια τους στη γη, κι άλλοι που είναι κοντοί σαν τον Κοντορεβυθούλη κάθονται πάνω σε γάϊδαρο. Κι αν τύχει και πέσουν, δεν μπορούν να ξανανέβουν στην πλάτη του εάν δεν τους βοηθήσουν. Τις δώδεκα μέρες που κάθονται πάνω στη γη, πειράζουν τους ανθρώπους, κάθονται στις πλάτες τους, τους δέρνουν, μπαίνουν στα σπίτια και κάνουν όλων των λογιών τις σκανταλιές.

Συνηθίζουν να μπαίνουν στα σπίτια από την καμινάδα. Επειδή, όμως, φοβούνται τη φωτιά, κάνουν πρώτα πιπί τους και μετά κατεβαίνουν. Ανακατεύουν τη στάχτη και λερώνουν το νερό στα σταμνιά. Οι άνθρωποι για να ησυχάσουν από αυτούς, βάζουν στο τζάκι ένα κόσκινο. Μόλις το δουν οι καλικάντζαροι αρχίζουν να μετρούν τις τρύπες τους: ένα, δύο, τρία, τέσσερα... κι ώσπου να τελειώσουν τους βρίσκει η ημέρα και τότε με το πρώτο κικιρίκου του πετεινού φεύγουν για να ξανάρθουν την άλλη νύχτα. Άλλοι πάλι καλικάντζαροι, όταν μετρούν τις τρύπες του κόσκινου, στο δύο σταματούν. Δεν λένε το τρία γιατί το θεωρούν κακό και δώστου ξαναρχίζουν από το ένα - μέχρι που ακούν τον πετεινό κι εξαφανίζονται. Οι καλικάντζαροι είναι καβγατζήδες. Με το παραμικρό τσακώνονται και δέρνονται μεταξύ τους.
Από τα Χριστούγεννα και μέχρι τα Θεοφάνια οι πιστοί στην Ήπειρο έβαζαν στο τζάκι δώδεκα αδράχτια για να τα βλέπουν οι καλικάντζαροι να μη κατεβαίνουν από την καπνοδόχο. Στα Γρεβενά, ανάβουν ένα μεγάλο κούτσουρο από την παραμονή των Χριστουγέννων και η φωτιά πρέπει να καίει συνέχεια μέχρι τα Φώτα για να προστατεύει την οικογένεια από τους καλικάντζαρους. Στην Κρήτη, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Φώτα, που φεύγουν οι καλικάντζαροι, οι Χριστιανοί δεν τρώνε ελιές, φασόλια και σύκα για να μην βγάλουν καλόγηρους.




Στην Κρήτη, πιστεύουν ότι στα έγκατα της Γης τα καλικαντζαράκια κρατούν ένα τεράστιο πριόνι κι αγωνίζονται να κόψουν τον τεράστιο ξύλινο στύλο που κρατά στη θέση της τη Γη. Θέλουν να τον κόψουν για να δουν τη Γη να γκρεμίζεται και τους ανθρώπους να υποφέρουν. Ο στύλος όμως είναι πολύ χοντρός και γι' αυτό χρειάζεται μεγάλη και πολύχρονη προσπάθεια για να καταφέρουν τον κόψουν.
Σίγουρα κάποια μέρα θα τα κατάφερναν, αν δεν είχαν τη συνήθεια να ανεβαίνουν πάνω στη Γη την παραμονή των Χριστουγέννων, για να πειράξουν τους ανθρώπους. Η παραμονή τους στη Γη διαρκεί δώδεκα μέρες. Αφήνουν λοιπόν μισοκομμένο το στύλο και συνεχίζουν την προσπάθειά τους, όταν ξαναγυρίζουν στα Τάρταρα. Την παραμονή των Χριστουγέννων ξεκινούν τα καλικαντζαράκια για το μεγάλο ταξίδι τους πάνω στη Γη.
Είναι χιλιάδες και ξετρυπώνουν στην επιφάνειά της από τις μυριάδες τρύπες που βρίσκονται στο έδαφός της. Βγαίνουν μέσα από τα φαράγγια και τα πηγάδια, από τις σπηλιές και τις καταβόθρες, τις καταπαχτές και τα πιο μικρά από τις μυρμηγκοφωλιές και διάφορες άλλες μικροσκοπικές τρύπες της Γης!
Φοβούνται πολύ το φως και γι' αυτό τη μέρα κρύβονται. Βγαίνουν όμως από τους κρυψώνες τους τη νύχτα και πειράζουν τους ανθρώπους. Μικρά και ευκίνητα, καθώς είναι, μπαίνουν στα σπίτια απ' όπου βρουν. Από τις καμινάδες, τις κλειδαρότρυπες, τις χαραμάδες των πορτών και των παραθύρων.
Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα και στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό στα χωριά.
Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις βρωμιές τους όπου βρουν προκαλώντας υστερία στις νοικοκυρές! Βέβαια, δεν κλέβουν τίποτα, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο.
Η ονομασία τους προέρχεται από το επίθετο "καλός" και από το "κάνθαρος".

Σύμφωνα με την παράδοση, οι καλικάντζαροι είναι τριχωτοί με μορφή τράγου και συχνάζουν στα τρίστρατα. Οι χωρικοί τους εξευμένιζαν καίγοντας αλάτι ή κρεμώντας πίσω από την πόρτα ένα κατωσάγονο ή πανωσάγονο χοίρου.
Οι καλικάντζαροι έρχονται στη γη ανήμερα του Χριστού κι ο κόσμος τότε λέει:
Στις εικοσιπέντε Δεκεμπρίου
έρχεται το στράτευμα του Καλικαντζαριού.
Και την παραμονή των Φώτων, που φεύγουν, λένε:
Στις πέντε του Γενάρη
φεύγουν οι Κολικαντζάροι.
Πολύ παλιά, οι άνθρωποι, για να διώξουν τους καλικάντζαρους, έκαιγαν παλιά παπούτσια. Η μυρωδιά τους τούς έδιωχνε και τότε λέγανε οι καλικάντζαροι:
Παλιοτσάρουχο μυρίζει εδώ
μουτζώστε τούτο το χωριό.
Αλλά εκείνο που φοβούνται περισσότερο είναι ο παπάς και ο αγιασμός που κρατάει. Γιατί νομίζουν ότι η παπαδιά τον έχει ζεστάνει. Τότε τρέχοντας φωνάζουν:
Φεύγετε να φύγουμε
τί εφτασ' ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του.
Ο παπάς με αγιασμό,
χωριανοί με το θερμό.
Φτάνουν στο Κάτω κόσμο. Αλλά βρίσκουν την κολώνα αροκάνιστη και ξαναρχίζουν από την αρχή.
ΕΡΤ
PATHFINDER NEWS

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ξέρεται ότι: Το χαγιάτι στον ελλαδικό χώρο δεν είναι τούρκικο

Το άλογο κοιμάται όρθιο!